Η ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ  13ου  ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΟΛΜΕ

Διακήρυξη υποταγής στις θέσεις και τους σχεδιασμούς του ΠΑΣΟΚ

 

Η κοινή συνθετική πρόταση, που υπερψηφίστηκε από το 13ο Συνέδριο, αποτελεί προγραμματική συμφωνία της ΠΑΣΚ, των ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ- ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΩΝ και ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΙΝΗΣΕΩΝ (ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ), η οποία επίσημα και πανηγυρικά  πια νομιμοποιεί τη συμμαχία των τριών αυτών παρατάξεων που προϋπήρχε σε επίπεδο ΔΣ. Το ιδεολογικό και πολιτικό αυτό κείμενο σηματοδοτεί  την πλήρη υποταγή της αυτοαποκαλούμενης εκπαιδευτικής αριστεράς (ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ), στη λογική, στην πρακτική και στους στόχους του ΠΑΣΟΚ, για να υπηρετήσει προεκλογικούς σχεδιασμούς και σκοπιμότητες.

ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ:

 

Α) Στο εισηγητικό πολιτικό πλαίσιο

 

Ø   Κεντρικός υπεύθυνος των πολεμικών επεμβάσεων, της φτώχειας, της εκμετάλλευσης, των οικολογικών καταστροφών θεωρείται η κυριαρχία των ΗΠΑ και αποκρύπτεται έτσι η συνένοχη σύμπραξη του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού πόλου.

Ø   Η Ε.Ε. εμφανίζεται να αποδομεί το κοινωνικό μοντέλο κεϋνσιανικής απόχρωσης (εργασιακά, κοινωνικά δικαιώματα) εξαιτίας της κατίσχυσης του επάρατου νεοφιλελευθερισμού. Με αυτόν τον τρόπο εξαγνίζεται η συμμετοχή των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων στα ίδια μέτρα και παρουσιάζεται σαν έργο τους το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, το οποίο καταστρέφει η νεοφιλελεύθερη διαχείριση, ενώ τα ίδια μέτρα υλοποιούν και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο οι λεγόμενες σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Έντονη είναι η αντικυβερνητική γραμμή πλεύσης της συνθετικής πρότασης. Ο αντικυβερνητικός  όμως και μόνο συνδικαλισμός, όταν συμμαχεί με τον άλλο πόλο του δικομματισμού, οδηγεί στην άλλη όψη του κυβερνητικού συνδικαλισμού. Με έκπληξη διαπιστώνουμε ότι οι συνταγματικές αναθεωρήσεις είναι απόπειρα να ξεφορτωθεί η κυβέρνηση και προσωπικά η υπουργός της παιδείας της ΝΔ τη δημοκρατική κληρονομιά της μεταπολίτευσης. Δεν αποτελούν δηλαδή ευρωπαϊκή εντολή για τη θεσμική θωράκιση  των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων που υπαγορεύουν το μεγάλο κεφάλαιο και η Ε.Ε. Ο όρος καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις δε μνημονεύεται πουθενά στο κείμενο.  Έτσι το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να μη συμμετέχει σε αυτές και ακόμα πως δεν έχει καμιά σχέση με τις συνταγματικές αναθεωρήσεις και την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, ενώ στην πραγματικότητα (προγραμματικές θέσεις για την παιδεία, πρόταση για το ανοικτό σχολείο)συμφωνεί με τις κυβερνητικές αντιεκπαιδευτικές πολιτικές και τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις  και πρωτοστατεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος.

Ø   Η Ε.Ε. και ο ΣΕΒ, σύμφωνα με το συνθετικό κείμενο, πιέζουν μόνο για την παραπέρα μείωση των συντάξεων, την αύξηση των ορίων ηλικίας, τη φαλκίδευση της επικουρικής σύνταξης, ενώ δε γίνεται ξεκάθαρη παρά τις αναφορές στη Λισσαβόνα η πολιτική της Ε.Ε. για  αναδιαρθρώσεις στο σύνολο των κοινωνικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων με ευαγγέλιο την ανταγωνιστικότητα, δηλαδή την ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία του κεφαλαίου.

Ø   Η αναφορά πάλι στον πολλαπλασιασμό των εξετάσεων από τη μεταρρύθμιση Αρσένη μάλλον αφήνει να εννοηθεί πως το ΠΑΣΟΚ μετάνιωσε και ψάχνει να βρει τον δήθεν καλό  εαυτό του.

Ø   Το αίτημα να ζούμε με αξιοπρέπεια από το μισθό μας δε διαθέτει καμία ευπρέπεια, όταν συνοδεύεται από την αναξιοπρεπή γκρίνια για την ουσιαστική εξαίρεσή μας από την καταβολή του επιδόματος των 176 € και αφερέγγυες συγκρίσεις με μέσο όρο μισθών των καθηγητών στην Ε.Ε., που μόνο σαν ενδείξεις μπορεί να εκλαμβάνονται. Αυτός ο μέσος όρος δεν είναι αντικειμενικός, αφού, όπως είναι γνωστό, εξαρτάται από το μέσο επίπεδο ανάπτυξης της κάθε χώρας, ενώ διαφορετικοί είναι οι μισθοί των εκπαιδευτικών ανά βαθμίδα, εργασιακή σχέση, τύπο σχολείου (κατηγοριοποίηση). Κριτήριο για μας της οικονομικής αναβάθμισης του εκπαιδευτικού είναι η κάλυψη των πραγματικών του αναγκών, έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του ως εργαζόμενος και  στην κοινωνική του αποστολή ως λειτουργός.

 

Β) Στα εκπαιδευτικά

 

Ø   Η κοινή πρόταση διαπιστώνει ότι η εκπόνηση νέων προγραμμάτων και σχολικών βιβλίων υπήρξε απλά μια επώδυνη διαδικασία που δημιούργησε σοβαρά προβλήματα ειδικά στο Γυμνάσιο. Εκτός του ότι αγνοεί το Δημοτικό, αποκρύπτει την αλήθεια ότι τα ΔΕΠΠΣ και τα ΑΠΣ είναι στρατηγικοί κρίκοι των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην Εκπαίδευση, που συνδέονται άμεσα με το περιεχόμενο και τη δομή του νέου ευέλικτου μοντέλου υποχρεωτικής εκπαίδευσης, τους ιδεολογικούς, πολιτικούς και οικονομικούς στόχους του κεφαλαίου σ’ αυτή.

Ø   Δεν καταδικάζονται άμεσα τα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία ούτε η ευέλικτη ζώνη και η διαθεματικότητα, μέτρα στρατηγικής σημασίας για την αποκέντρωση και ταξική διαφοροποίηση των σχολείων, αλλά θεωρείται αρνητικός ο τρόπος προώθησής τους. Απαιτείται οι εταιρείες και οι χορηγοί να μην εμπλέκονται στην εκπαίδευση. Οι εκτιμήσεις αυτές,  όχι μόνο δε χτυπούν στην καρδιά τον κυρίαρχο στόχο που είναι η κατηγοριοποίηση σχολείων, μαθητών και καθηγητών, αλλά καλλιεργούν την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να υπερβούμε τις προδιαγραφές των αντιδραστικών μέτρων και ακόμη πως αυτά μπορούν να λειτουργήσουν θετικά με έναν άλλο τρόπο με την προϋπόθεση να συμβεί το ακατόρθωτο, να αποσυνδεθεί δηλαδή το σχολείο από την οικονομική του βάση. Οι προτάσεις αυτές κινούνται στη λογική της σοσιαλδημοκρατίας (πρωτεργάτης της διαθεματικότητας, των ΔΕΠΠΣ, των ΑΠΣ) και των αφελών και αντιεπιστημονικών δηλώσεων του Αλέκου Αλαβάνου (Προέδρου του ΣΥΝ): «να προσαρμοστεί η αγορά στο σχολείο και όχι το σχολείο στην αγορά!»,προτροπή και ευχή απραγματοποίητη στο καπιταλιστικό σύστημα. Με άλλα λόγια οι θέσεις αυτές της κοινής πρότασης επιδιώκουν να διαχειριστούν πιο ευαίσθητα  και δήθεν παιδαγωγικά τις αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.

Ø   Η κοινή πρόταση δεν αναδεικνύει σε βάθος τους στόχους του αντιδραστικού ντοκουμέντου του ΕΣΥΠ για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επιλεκτικά αναφέρεται σε πτυχές, όπως στην οικονομική αυτονομία των σχολικών μονάδων, τον οικονομικό ανταγωνισμό μεταξύ τους, τις απανωτές εξετάσεις και το νέο τρόπο πρόσληψης εκπαιδευτικών. Αποκρύπτει σκόπιμα ότι το ΕΣΥΠ προδιατυπώνει με το πόρισμά του τον αντιδραστικό νόμο -  πλαίσιο για την υποχρεωτική εκπαίδευση με κυρίαρχη επιδίωξη την αποκέντρωση των σχολείων (πρωταρχική θέση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ – σχέδιο Καποδίστριας) και μέσα από αυτή, την παγίωση ενός ακόμα πιο ταξικού και διαφοροποιημένου μοντέλου εκπαίδευσης. Το αίτημα όχι στην αποκέντρωση δε διατυπώνεται πουθενά σε όλο το κείμενο και αυτό γιατί το ΠΑΣΟΚ και η ΠΑΣΚ είναι υπέρμαχοι των ανοιχτών αποκεντρωμένων σχολείων, ενώ ο ΣΥΝ και η ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ αναζητούν επίμονα την αυθεντική λαϊκή εκδοχή της αποκέντρωσης και όχι τα ψευδώνυμά της, πολλαπλασιάζοντας τις αυταπάτες. Οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ πάλι , όπως πάντα, θυσιάζουν τις όποιες θετικές θέσεις τους για κάθε είδους σκοπιμότητες Ο εξοβελισμός της αποκέντρωσης από την κοινή πρόταση είναι προκλητική και αναίσχυντη υποταγή στην κυρίαρχη πολιτική, ιδιαίτερα τώρα που το ΥΠΕΠΘ την προτάσσει μετά από έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. σχετικό Δελτίο Τύπου 3/7/07 ) , ενώ προωθείται και επιταχύνεται από το ΕΠΕΑΕΚ (2007 – 2013) και τις προβλεπόμενες δράσεις του.

Ø   Υποβαθμίζεται γενικά το ζήτημα της αξιολόγησης και δεν αποκαλύπτονται οι ανομολόγητοι  στόχοι της: α) νομιμοποίηση της βαθύτερης ταξικής διαφοροποίησης των σχολείων, β) επιτάχυνση της ιδιωτικοποίησης, γ) άνιση κατανομή των ολοένα μειούμενων κρατικών πόρων στις σχολικές μονάδες ανάλογα με τις επιδόσεις των μαθητών στις εξετάσεις, δ) σύνδεση της αξιολόγησης με την αποκέντρωση, ε) πίεση προς τους εκπαιδευτικούς να υλοποιούν τις αναδιαρθρώσεις και στ) παραπέρα ανατροπή των εργασιακών τους σχέσεων.

Ø   Η πρόταση αποδέχεται τη συντήρηση του ανισότιμου διπλού σχολικού δικτύου (Λύκειο –ΤΕΕ), αφού εντοπίζει το πρόβλημα της ανισοτιμίας μόνο στη διχοτόμηση της ΤΕΕ σε ΕΠΑΛ – ΕΠΑΣ. Το αίτημά για αναβάθμιση της ΤΕΕ, καθώς και  η έμμεση  αποδοχή  μέτρων ταξικής διαφοροποίησης και αποκέντρωσης (ευέλικτη ζώνη ή ανοικτές ζώνες για το Γυμνάσιο, διαθεματικότητα, αναλυτικά προγράμματα κλπ.), αν συνδεθούν με το αίτημα για δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση με ταξικές πολυτυπίες και τεχνητές διακρίσεις, δεν είναι δυνατό να οδηγήσουν σε ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο, κεντρική απαίτηση στρατηγικής σημασίας για την κατάργηση των μορφωτικών και κοινωνικών ανισοτήτων και την ανατροπή της αντιεκπαιδευτικής- αντιλαϊκής πολιτικής. Το αίτημα αυτό απεμπολείται και έτσι γίνεται ολοφάνερο ότι δεν    επιδιώκεται καμιά  σύγκρουση ή ρήξη με το σύστημα αλλά ο εξωραϊσμός του.

 

Γ) Στα εργασιακά

 

Ø   Σε μια εποχή ραγδαίων εργασιακών ανατροπών και αποκέντρωσης των σχολικών μονάδων, αναγκαία όσο ποτέ είναι  η διεκδίκηση για μια ανανεωμένη επετηρίδα, μόνου τρόπου διασφάλισης των σταθερών και μόνιμων σχέσεων εργασίας των εκπαιδευτικών. Το συνθετικό αίτημα για άμεση μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και κινείται στο πνεύμα της κοινοτικής οδηγίας, που κάθε άλλο παρά τη μονιμότητα επιδιώκει και  τελικά δεν απαντά δεν απαντά στο εργασιακό πρόβλημα των νέων εκπαιδευτικών. Για μας το ζητούμενο δεν είναι μόνο η διατήρηση της  μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά η κατοχύρωση του δικαιώματος για πλήρη και σταθερή εργασία όλων των εργαζομένων με την ταυτόχρονη κατάργηση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων (ωρομίσθιοι, αναπληρωτές κλπ.).

 

Δ) Στη διέξοδο

 

Ø   Η κοινή συνθετική πρόταση βλέπει τη διέξοδο σε ένα κίνημα για το δικαίωμα στη μόρφωση σε όλα τα παιδιά και την αντιιμπεριαλιστική δράση στις αντιπολεμικές  κυρίως πρωτοβουλίες. Με αυτές τις θέσεις η πρόταση κινείται στο μερικό και ειδικό και αγνοεί το συνολικό. Η πλατφόρμα αυτή διατυπώνει πλαίσιο και υιοθετεί στόχους πάλης αναντίστοιχα με το βάρος της γενικευμένης και ολομέτωπης επίθεσης που δεχόμαστε. Εμμένει και πάλι στην πανεκπαιδευτική δράση και σε κάποιο χαλαρό συντονισμό της με μαχόμενους κλάδους εργαζομένων γενικά και αόριστα! Αρνείται πεισματικά την αναγκαιότητα του παλλαϊκού, πανεργατικού μετώπου, που είναι το μόνο ικανό να ακυρώσει τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις και να προχωρήσει σε ριζικές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, που έχει ανάγκη ο τόπος. Το πανεργατικό μέτωπο το επικαλείται και το βλέπει  μόνο μέσα από πρωτοβουλίες συντονισμού με κλαδικές οργανώσεις και συνομοσπονδίες σε επίπεδο κορυφής  και όχι στη βάση της ταξικής συγκρότησης –πάλης και διεκδίκησης με στόχο τις κοινωνικές – πολιτικές αλλαγές με κριτήριο τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, προσδοκίες και απαιτήσεις. Πρόκειται δηλαδή για συντονισμό κλαδικών οργανώσεων με αμυντικό χαρακτήρα πάνω στο κάθε φορά πρόβλημα ή επιμέρους θέμα και μέτρο επίθεσης της κυρίαρχης πολιτικής, που διαχειρίζονται οι κυβερνήσεις.

 

Σε γενικές γραμμές

·      Η κοινή συνθετική πρόταση είναι πρόταση διαχείρισης της εκπαιδευτικής και κοινωνικής κρίσης.

·      Δεν επιδιώκει την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης στα συνδικάτα, αλλά ενισχύει τον αντιπολιτευόμενο πράσινο δικομματικό πόλο.

·      Εμπεριέχει τον κίνδυνο της νέας απογοήτευσης των εκπαιδευτικών, που πιθανόν να πιστέψουν σ’ αυτή την ψευδεπίγραφη ενότητα που εξαγγέλλεται.

·      Η ενότητα που προτείνεται είναι ενότητα ενίσχυσης των θέσεων της σοσιαλδημοκρατίας, ενότητα δηλαδή με το ΠΑΣΟΚ και τους συνδικαλιστικούς φορείς του. Οι συντάκτες αυτής της σύγκλισης κρατούν την πούδρα και το make-up για να μακιγιάρουν το ρυτιδιασμένο και απωθητικό πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ, που τόσες φορές απογοήτευσε και διέψευσε τις λαϊκές προσδοκίες.

·      Σε τελική ανάλυση,  η κοινή συνθετική πρόταση δεν απεγκλωβίζει από τα δικομματικά δεσμά και παιχνίδια. Γι’ αυτό πρέπει να αποκαλυφθεί και να καταδικαστεί στις συνειδήσεις όλων των συναδέλφων. Το τοπίο στην ομίχλη φωτίζεται, και στην ΟΛΜΕ υπάρχουν δύο γραμμές, ο αυθεντικός κυβερνητικός – νεοφιλελεύθερος συνδικαλισμός (ΔΑΚΕ) και ο συναινετικός συνδιαχειριστικός (ΠΑΣΚ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ) από τη μια  και στην απέναντι όχθη οι ταξικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ, που παλεύουν ανυποχώρητα και αταλάντευτα για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων και βαθύτερες μεταβολές στην εκπαίδευση και στην κοινωνία προς όφελος του λαού με όρους μετωπικής σύγκρουσης, ρήξης και ανατροπής.

 

 

ΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΟΥΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟΜΜΑΤΙΣΜΟ, ΤΟΥΣ ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ΤΟΥ

 

ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΘΕΣΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΗΜΑΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΜΕ,

 ΤΗΣ ΜΟΡΦΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ.

Γιώργος Ηρακλέους

μέλος της γραμματείας του  ΠΑΜΕ Εκπαιδευτικών

,.

*