Επιστροφή στην αρχική σελίδα

Ψυχικό Φιλοθέη

Ψυχικό

Νέο Ψυχικό Με θέρμη υπέρ του πράσινου στο Νέο Ψυχικό

Συγκέντρωση... επαγρύπνησης των κατοίκων του Νέου Ψυχικού πραγματοποιήθηκε χθες σε έναν από τους τελευταίους εναπομείναντες "ελεύθερους" χώρους της περιοχής, στην πλατεία Αγίας Λαύρας. Οι δημότες που ανταποκρίθηκαν στο κομματικά αποχρωματισμένο συλλαλητήριο της αρμόδιας, για τη σωτηρία των ελάχιστων χώρων πρασίνου της περιοχής, επιτροπής, δεν ήταν πολλοί.

Οσοι παραβρέθηκαν πάντως ήταν ιδαίτερα εκδηλωτικοί και υπεραμύνθηκαν με θέρμη των θέσεων της επιτροπής για διενέργεια νέων ελέγχων σε όλα τα "καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος", που έχουν κατακλύσει, όπως χαρακτηριστικά επισήμαναν κάποιοι από τους ομιλητές, το Νέο Ψυχικό. Μάλιστα, δεν έλειψαν και οι εντάσεις, όταν κάποιος από τους παρευρισκομένους (μέλος του συνδυασμού που υποστηρίζεται από τον απερχόμενο δήμαρχο και υποψήφιο στο ψηφοδέλτιο του κ. Τζαννετάκου) παρενέβη -και διεκόπη πάραυτα- στη συζήτηση για τη χρήση των τριών, κυρίως, "ανοιχτών" οικοπέδων που απειλούνται, όπως τονίζουν οι κάτοικοι, από τα "οργανωμένα συμφέροντα" και κινδυνεύουν να "χτιστούν"...

"Μας ενδιαφέρει πάνω απ' όλα οι τρείς τελευταίοι ελεύθεροι χώροι, δηλ. τα οικόπεδα "Φιστικές", "Πλάτωνος" και "πλατεία Αγίας Λαύρας", να μην οικοπεδοποιηθούν και τσιμεντοποιηθούν, όπως τόσα άλλα στο παρελθόν, παρά τα αντιθέτως τότε λεγόμενα των υπευθύνων του δήμου", μας είπε ο Νίκος Γκούργκουλας, εκ των κατοίκων της περιοχής.

"Τότε, μας έλεγαν πως το Νέο Ψυχικό θα προστατευθεί από τα καφενεία και τα μπαρ, ότι δεν θα επιτραπεί η είσοδος των εργοταξίων μέσα στο προάστιο, αλλά οι πράξεις άλλα απέδειξαν", συνέχισε.

Αλλοι ομιλητές, μεταξύ των οποίων και υποψήφιοι απ' όλους σχεδόν τους συνδυασμούς (γεγονός που απέδειξε πως το συλλαλητήριο ήταν πέρα από παραταξιακές σκοπιμότητες), τόνισαν πως δεν θα επιτρέψουν περαιτέρω υποβάθμιση του προαστίου και ζήτησαν από κάθε αρμόδιο-κυβερνητικό φορέα να "περισώσει ό,τι μπορεί ακόμη να περισωθεί...". (ΔΗΜ. ΡΟΥΤΣΩΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 04/10/2002)

Επιστροφή στην αρχή

Σύλλογος Περιβαλλοντικής Προστασίας Ψυχικού, Κοντολέοντος 4, 15452, Ψυχικό, τηλ 3637293, 6711910, 6727649 και FAX


Α.Π. 918Ψυχικό, 10 Μαΐου 2006

Προς τον Αξιότιμο Επίτροπο           Ελεγκτικού Συνεδρίου κ. Παναγιώτη Τσελίκα, Λ. Αντιστάσεως 41 142 35 Ν. Ιωνία,

Κοινοποίηση: Δήμο Ψυχικού, Οικονομική Υπηρεσία, Στρ. Καλλάρη 13, 154 52 Ψυχικό

ΘΕΜΑ:   Έγκριση επιχορηγήσεως εκ μέρους του Δήμου Ψυχικού στον Σύλλογό μας 3000 € για το έτος 2006. Πεπραγμένα Συλλόγου σε Πολιτιστικά Θέματα

ΣΧΕΤ.:    4973/8-5-2006 Δήμου Ψυχικού

            Λαβόντες γνώσιν με το ανωτέρω σχετικό της πράξεώς σας αριθ. 34/30-3-2006 με την οποία επεστράφη αθεώρητο το αριθ. 186 χρηματικό ένταλμα του Δήμου Ψυχικού με το αιτιολογικό ότι το Σωματείο μας δεν έχει πολιτιστικούς σκοπούς, σας υποβάλλουμε τις αριθ. 856/1-7-2005 και 387/15-12-1999 αναφορές μας μαζί με ενημερωτική επιστολή προς τα μέλη μας από 22-11-2005.

            Η πολιτιστική δραστηριότητά μας ασκείται κυρίως επί των διατηρητέων κτιρίων (84 ως τώρα) του Ψυχικού αλλά και της ευρύτερης περιοχής  Ομορφοκκλησιάς, για τα οποία έχουμε αποδυθεί σε παρεμβάσεις σε δικαστικούς αγώνες υπέρ του Δήμου και του Δημοσίου, σε παραστάσεις προς τους αρμόδιους ΥΠΕΧΩΔΕ και Υπ. Πολιτισμού, υποβολή εγγράφων στην Πολεοδομία, στα Υπουργεία Πολιτισμού, Οικονομικών και Γεωργίας (Αγροτικής ανάπτυξης) και αναφορών στα Δασαρχεία, ιδίως για τα Κοινόχρηστα – Κοινωφελή κτίρια και το Πολεοδομικό τους περιβάλλον.

            Η Αφίσα μας για τα 80 χρόνια του Ψυχικού είναι εύγλωττη και σας την υποβάλλουμε μαζί με τον Νόμο 4124/1929 και διάγραμμα του Ψυχικού όπου σημειώνεται το σύνολο σχεδόν των υποθέσεων των 16 ετών ζωής του Συλλόγου μας.

            Ειδικότερα σας υποβάλλουμε τα εξής

1.     Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου Ψυχικού

        α)     2 αναφορές μας 642/29-4-2002 και 685/23-12-2002 «Πρόταση κηρύξεως διατηρητέου» με 7 συνημμένα εκ των στοιχείων της μελέτης.

        β)     Εισήγηση αρ. 6425/16-7-2003 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ.

        γ)     ΦΕΚ Β’ 12/12-1-2004 «Χαρακτηρισμός ως νεωτέρου μνημείου του Αγ. Δημητρίου Ψυχικού».

        δ)     847/16-5-2005 αναφορά μας, 11723 π.ε./12-1-2006 και 5595/13-7-2005 Δασαρχείου Πεντέλης, 380/27-3-2006 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και 909/4-4-2006 έγγραφό μας.

        ε)     Απόφαση 672/2006 του Σ.τ.Ε. για την περιφερειακή οδό δυτική πρόσβαση στον Κοινόχρηστο Δασικό χώρο του Ναού του αρ. 847/16-5-2005 εγγράφου μας.

2.     Παλαιά Αγορά Ψυχικού (Διατηρητέα το 1989 ΥΠΠΟ και το 2000 ΥΠΕΧΩΔΕ)

        α)     Φωτογραφία του 1930 και σχέδιο του 1924.

        β)     Αναφορά μας 291/21-8-1998.

        γ)     Απόφαση Εφετείου 3867/1998 (προδικαστική).

        δ)     Απόφαση Εφετείου 169/17-1-2006 οριστική.

3.     Ανάκτορα Ψυχικού (όχι Κοινωφελή) διατηρητέα το 2000 με άλλα 69 κτίρια.

        α)     Διαμαρτυρία μας αρ. 311/3-3-1999.

        β)     2 φωτογραφίες.

4.     Ομορφοκκλησιά (Βυζαντινό Μνημείο του 12ου αιώνος κηρυγμένο το 1921)

        α)     Συμπόσιο – διημερίδα του ΥΠΕΧΩΔΕ για την Αρχιτεκτονική Κληρονομιά και τη Σύμβαση της Γρανάδας. 19-20 Ιουνίου 2001.

        β)     Έκκληση 4 συλλόγων κατά την διημερίδα για την σωτηρία του μνημείου υπογραφόμενη από 28 επιστήμονες του Συμποσίου.

        γ)     2 φωτογραφίες.

        δ)     340/14-3-2000 Πρόσκληση Διευθύνσεως Δασών σε 4 συλλόγους για την Α’/μια Επιτροπή Δασικών Αμφισβητήσεων.

        ε)     545/12-2-2001 Συλλόγου μας προς Δήμο Ψυχικού.

        στ)   547/27-2-2001 «Ενώπιον της Β’/μιας Επιτροπής Δασικών Αμφισβητήσεων» Συλλόγου μας.

5.     Τουρκοβούνια, Μεταξύ Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Ψυχικού και Ομορφοκκλησιάς παρεμβάλλονται τα Τουρκοβούνια.

        α)     Απόφαση Κοινοτικού Συμβουλίου Ψυχικού αρ. 12/1939 «Αναδάσωση Τουρκοβουνίων».

        β)     Απόφαση 637/1999 Εφετείου Αθηνών προδικαστική κατόπιν της από 1-12-1988 αγωγής του Δημοσίου στην οποία έχει παρέμβει ο Σύλλογός μας.

 

            Επειδή πιστεύουμε ότι το Περιβάλλον είναι αρρήκτως συνδεδεμένο με την Ιστορία και τον Πολιτισμό ελπίζουμε να αναθεωρήσετε τις απόψεις σας και να εγκρίνετε νέο σχετικό ένταλμα του Δήμου Ψυχικού.

            Η Οικονομική υπηρεσία του Δήμου Ψυχικού παρακαλείται να εισηγηθεί και πάλι βάσει των ανωτέρω στοιχείων την έγκριση επιχορηγήσεως στο Σύλλογό μας 3.000 € για την κάλυψη ελαχίστου μέρους των λειτουργικών δαπανών του.

 

Συνημμένα: 40 στοιχεία (σ.τ.σ: Τα συνημμένα δεν μπορούν να περιληφθούν στην ιστοσελίδα για τεχνικούς λόγους)

Με  τιμή,

Ο Πρόεδρος Κωνστ. Βεζυριάνης

Η Γεν. Γραμματεύς Ελένη Ράπτη

Επιστροφή στην αρχή

Συναγερμός δημοτών για... παράθυρο τσιμεντοποίησης

Της ΧΑΡΑΣ ΤΖΑΝΑΒΑΡΑ

Την ανατροπή των όρων δόμησης και των επιτρεπόμενων χρήσεων για τα οικόπεδα των Δήμων Φιλοθέης και Ψυχικού, που έχουν πρόσοψη στους παράδρομους των λεωφόρων Κηφισιάς και Καποδιστρίου, επιχειρούν ορισμένοι ιδιοκτήτες της περιοχής.

Το πρώτο βήμα έγινε με την υποβολή διευρευνητικών ερωτημάτων προς τις αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ και έχει θορυβήσει τη δημοτική αρχή της Φιλοθέης, που με ομόφωνη απόφαση καλεί τους πολίτες σε εγρήγορση, για να μην περάσουν τα διαφαινόμενα σχέδια.
Η Φιλοθέη, όπως το Ψυχικό, η Εκάλη, η Βουλιαγμένη και ορισμένες γειτονιές σε προάστια της πρωτεύουσας, είναι εδώ και πολλές δεκαετίες θεσμοθετημένες περιοχές αμιγούς κατοικίας, στις οποίες αποκλείονται επαγγελματικές χρήσεις.
Ισχύουν επίσης αυστηροί όροι δόμησης, που περιλαμβάνουν μικρή κάλυψη του οικοπέδου και χαμηλό συντελεστή εκμετάλλευσής του.
Περιορισμένο είναι και το ύψος των οικοδομών, με εξαίρεση τα οικοδομικά τετράγωνα που «βλέπουν» στις δύο λεωφόρους, που ορίστηκε με υπουργική απόφαση του 1999 στα 11 μέτρα, με δυνατότητα να φθάσει στα 12,20 εάν κατασκευαστεί κεραμοσκεπή. Οι διατάξεις αυτές έχουν επικυρωθεί και με αλλεπάλληλες αποφάσεις του ΣτΕ.
Η νέα πρωτοβουλία εκδηλώνεται διά της... τεθλασμένης. Στα τέλη του περασμένου χρόνου, από την ιδιοκτησία ακινήτου εργοληπτικής εταιρείας, για το οποίο όμως υπάρχει αρνητική απόφαση του ΣτΕ, ενώ από τον Μάρτιο του 2005 έχει εκδοθεί απόφαση της αρμόδιας πολεοδομίας, σύμφωνα με την οποία η χρήση έχει κριθεί παράνομη και επομένως κατεδαφιστέα, χωρίς όμως να έχει εφαρμοστεί έως τώρα.
Πληρεξούσιος της εταιρείας κατέθεσε αίτηση, με την οποία ζητά να πληροφορηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ αν ο παράδρομος, στον οποίο έχει πρόσοψη το συγκεκριμένο ακίνητο, ανήκει στο βασικό οδικό δίκτυο του νομού Αττικής.
Η διεύθυνση πολεοδομικού σχεδιασμού σε έγγραφό της (Σεπτέμβριος 2006) διατυπώνει την άποψη ότι «οι παράπλευρες οδοί των αρτηριών του βασικού οδικού δικτύου συναρτώνται άμεσα με το βασικό οδικό δίκτυο και είναι απολύτως απαραίτητες για τη λειτουργία της πόλης, τόσο σε επίπεδο χρήσεων γης όσο και για την ασφάλεια της συγκοινωνίας».
Επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι παράδρομοι δεν αναφέρονται ρητώς στην απόφαση του 1990 για το βασικό οδικό δίκτυο. Δεν υπάρχει αναφορά ούτε και στην πρόσφατη (Μάρτιος 2007) ρύθμιση του κ. Σουφλιά για το ίδιο θέμα. Το κενό αυτό συμπληρώνεται ωστόσο από τη διεύθυνση μελετών οδοποιίας του υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, που στο δικό της έγγραφο (Οκτώβριος 2006) γνωμοδοτεί ότι δεν χρειάζεται ειδική απόφαση για τον χαρακτηρισμό ενός δρόμου ως παράπλευρο οδικό δίκτυο και ότι η λειτουργική του σημασία προκύπτει από την εγκεκριμένη μελέτη.
Οι γνωματεύσεις προκάλεσαν τις ανησυχίες της δημοτικής αρχής της Φιλοθέης. «Τα έγγραφα των υπηρεσιών του υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ αμφισβητούν και απειλούν τον χαρακτήρα της περιοχής μας», δήλωσε στην «Ε» ο δήμαρχος Θ. Οικονομίδης και υπενθύμισε τις πολύχρονες παρεμβάσεις των κατοίκων, για να διατηρηθεί η φυσιογνωμία του δήμου.
Συμφώνησε ότι οι παράδρομοι εκτονώνουν την κυκλοφορία στις δύο λεωφόρους, αλλά τόνισε κατηγορηματικά: «Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ενταχθούν στο βασικό οδικό δίκτυο και κυρίως ότι μπορεί κάποιοι να ελπίζουν πως θα αλλάξει η χρήση τους».
Διατυπώνει επίσης ερωτηματικά γιατί οι υπηρεσίες απάντησαν σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα χωρίς να ζητήσουν προηγουμένως την άποψη του δήμου.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 02/04/2007

Επιστροφή στην αρχή

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΨΥΧΙΚΟΥ

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ

 

Ημερομηνία

Τύπος δράσης που ανέλαβε η Οργάνωση

Αριθμός εθελοντών

2007

(Παρέμβαση Συλλόγου από το 1998)

Παραστάσεις στην διεξαγωγή μαρτυρικών αποδείξεων βάσει της Αποφάσεως Εφετείου Αθηνών 637/1999 επί της από 1-12-1988 αγωγής του Ελ. Δημοσίου για 300 στρέμματα στα Τουρκοβούνια κατά της ΑΕ Κέκροψ. Η διεξαγωγή συνεχίζεται.

Διοικητικό Συμβούλιο

2007

(Παρέμβαση Συλλόγου από το 1994)

Άσκηση αναιρέσεως της Α/σεως 169/2006 Εφ. Αθηνών στον Άρειο Πάγο, κατόπιν καταθέσεως αιτήσεως αναιρέσεως του Δήμου (και τον Ιανουάριο 2008 της ΚΕΚΡΟΨ Α.Ε.) για την διατηρητέα Παλαιά Αγορά (αγωγή Δήμου Ψυχικού από 10-3-1992).

Δικάσιμος 2009.

Διοικητικό Συμβούλιο

2007

(Παρεμβάσεις Συλλόγου από το 1999 για τα β,γ,δ)

Παρακολούθηση στις αρμόδιες υπηρεσίες Υπουργείων Γεωργίας, ΥΠΕΧΩΔΕ, Νομαρχίας Αθηνών εφαρμογής των Αποφάσεων του Σ.τ.Ε.:

α) 1323/95 (Π. Αγορά)

β) 2763/2006 (Αναδάσωση)

γ) 672/2006 (Περιφερειακή οδός)

δ) 975/2007 (Τουρκοβούνια - τμήμα 145)

Διοικητικό Συμβούλιο

2007

(Προσφυγή στο ΔΕΦΑ από το 2002)

Παρακολούθηση εφαρμογής Α/σεως Σ.τ.Ε.:

3630/2006 (Χώροι Σχολείου – Εκκλησίας): Ακύρωση αδείας προσθήκης σε αυθαίρετη κατασκευή κτιρίου Πολλαπλών Χρήσεων στον χώρο Σχολείου εις βάρος δασικού Κοινοχρήστου Χώρου.

Διοικητικό Συμβούλιο

2007

Προσφυγή στο Σ.τ.Ε. μαζί με κατοίκους κατά του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών για την αύξηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων που έχει επίπτωση στην κατεδάφιση παλαιών επαύλεων, παραβίαση των όρων δομήσεως ετών 1924 και 1979 και μείωση του Πρασίνου.

Δικάσιμος: 2008

Διοικητικό Συμβούλιο

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ   Κωνσταντίνος Βεζυργιάννης

Επιστροφή στην αρχή

Φιλοθέη

Ζώνες αμιγούς κατοικίας

Με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας 1057/2000 της 16-3-2000 βρίσκονται στον "αέρα" επιχειρήσεις, επαγγελματικά γραφεία κ.α. που λειτουργούν σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από το Σχέδιο Πόλεως ως περιοχές αμιγούς κατοικίας. Η απόφαση αφορά τη δικαίωση της προσφυγής του Δήμου Φιλοθέης κατά της Ιόνιου Σχολής (οδός Ρίμινι). Με προγενέστερες αποφάσεις του ΣτΕ σε τέτοιες περιοχές δεν είναι νόμιμη η λειτουργία όχι μόνο εμπορικών καταστημάτων αλλά και γραφείων, τραπεζών, φροντιστηρίων, κομμωτηρίων κλπ. Παρόμοιες προσφυγές υπάρχουν κατά επαγγελματιών στη Φιλοθέη, το Μαρούσι, τη Νέα Ερυθραία, τη Βούλα κ.α. (Ελευθεροτυπία 17-3-2000)

Φιλοθέη Παιδικός Κήπος Πικιώνη: Τα εγκαίνια επαναλειτουργίας του Παιδικού Κήπου "Δημήτρη Πικιώνη" θα πραγματοποιηθούν αύριο Παρασκευή στις 7 το απόγευμα από το Δήμο Φιλοθέης. Τον Παιδικό Κήπο οραματίστηκε και δημιούργησε ένας από τους μεγαλύτερους αρχιτέκτονες του περασμένου αιώνα ο Δημήτρης Πικιώνης την περίοδο 1960-1964. Βέβαια, για πολλά χρόνια ο κήπος αυτός, παρόλο που έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο της νεότερης ιστορίας, με ευθύνη της πολιτείας και της δημοτικής αρχής, ήταν παραμελημένος. Μετά τα εγκαίνια, το Σάββατο και την Κυριακή, 25 και 26 Μάη, από τις 10 το πρωί ως τη 1 το μεσημέρι θα ακολουθήσει Διήμερο Εκδηλώσεων, αφιερωμένες στο παιδί με τίτλο "Παιδί και Δημιουργική Χαρά", που περιλαμβάνει τα χρωματιστά τραγούδια της Μαρίζας Κωχ, ζωγραφική (τα παιδιά θα εκθέσουν έργα τους με θέμα την Παιδική Χαρά), εκπαιδευτικές δραστηριότητες όπως είναι "Οι Φυσαλίδες" και οι "Σβούρες", που διοργανώνει το Ελληνικό Παιδικό Μουσείο, ομαδικά παιχνίδια και πολλές άλλες εκπλήξεις για τα μικρά παιδιά. (Ριζοσπάστης 23-5-2002)

 Επιστροφή στην αρχή

Αριθμός 2763/2006

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Ε’

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Μαΐου 2004, με την εξής σύνθεση : Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήμα­τος, Π. Πικραμμένος, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Αθ. Ράντος, Αικ. Σακελλα­ροπούλου, Σύμβουλοι, Κ. Κουσούλης, Χρ. Λιάκουρας, Πάρεδροι. Γραμμα­τέας η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.

Για να δικάσει την από 21 Μαΐου 1998 αίτηση

της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «Ξενοδοχειακαί - Τουριστικαί - Οικοδομικαί και Λατομικαί Επιχειρήσεις - Ο ΚΕΚΡΩΨ Α.Ε.», που εδρεύει στο Παλαιό Ψυχικό Αττικής, οδός Δάφνης αριθμός 6, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γρηγόριο Λογοθέτη (Α.Μ. 80016), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παρέστη με την Ευαγγελία Σκαλτσά, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

και κατά των παρεμβαινόντων : 1) Αστικού μη Κερδοσκοπικού Σω­ματείου με την επωνυμία «ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΨΥΧΙΚΟΥ», που εδρεύει στο Ψυχικό Αττικής, οδός 'Ερσης αριθμός 3, το οποίο παρέστη με την δικηγόρο Ζωή Ράπτη (Α.Μ. 15999), που την διόρισε με πληρεξούσιο και 2) Δήμου Ψυχικού Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Χρίστο Πολίτη (Α.Μ. 2740), που τον διόρισε με απόσπασμα πρακτικού της Δημαρχιακής του Επιτροπής.

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθμ. 678/9.3.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Ατ­τικής (ΦΕΚ 183/24.3.1998 τ. Δ'), με την οποία κηρύχθηκε αναδασωτέα έκταση 206 στρεμμάτων στη θέση «Τουρκοβούνια» Περιφέρειας Δήμου Ψυχικού Αττικής και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοική­σεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγή­τριας, Συμβούλου Αγγ. Θεοφιλοπούλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας εται­ρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξούσιους των παρεμβαινόντων και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκησή της υπό κρίση αίτησης έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (διπλότυπα εισπράξεως 9232250 και 9232251Ι1998 της Δ.Ο.Υ. Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, ειδικό γραμμάτιο παραβόλου 125654/1998).

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, όπως έχει περιορισθεί με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της αιτούσης στο ακροατήριο κατά την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως κατά τη δικάσιμο της 24.5.2000, μετά την οποία εκδόθηκε η 656/2001 προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου, ζητείται εμπροθέσμως η ακύρωση της 678/9.3.1998 αποφάσεως του Γενι­κού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής (Δ' 183/24.3.1998), κατά το μέρος που με αυτήν κηρύσσεται αναδασωτέα έκταση 185 στρεμμάτων, που ανα­φέρεται στην προσβαλλόμενη πράξη ως τμήμα Α, στη Θέση «Τουρκοβούνια» της περιφέρειας του Δήμου Ψυχικού Ν. Αττικής, επί της οποίας προβάλλει δικαίωμα κυριότητας η αιτούσα.

3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην επταμελή σύνθεση λόγω σπουδαιότητας, μετά τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, η οποία διατά­χθηκε με την προαναφερόμενη 656/2001 απόφαση του Δικαστηρίου.

4. Επειδή, η αιτούσα, φερόμενη ως κυρία της εκτάσεως, η οποία κηρύχθηκε αναδασωτέα με την προσβαλλομένη απόφαση, με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση.

5. Επειδή, υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης απόφασης παρεμβαίνουν με διαφορετικά δικόγραφα και έννομο συμφέρον αφενός το αστικό μη κερδοσκοπικό Σωματείο «Σύλλογος Περιβαλλοντικής Προστασίας Ψυχικού»,· το οποίο έχει ως σκοπό, κατά το καταστατικό του, την προστασία από κάθε οικοδομική και εν γένει περιβαλλοντική επιβάρυνση της περιοχής του Δήμου Ψυχικού και την επέκταση του πρασίνου στην περιοχή αυτή και αφετέρου ο Δήμος Ψυχικού, στη διοικητική περιφέρεια του οποίου περιλαμβάνεται η επίδικη έκταση.

6. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως ίσχυε κατά την έκδοση της προσβαλλομένης πράξεως, το φυσικό περιβάλλον έχει αναχθεί σε αντικείμενο έντονου κρατικού ενδιαφέροντος και ειδικής ρυθμίσεως, επιβάλλεται δε στην Πολιτεία η υποχρέωση να λαμ­βάνει ιδιαίτερα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για την προστασία του. Προκειμένου, μάλιστα, για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις, ο συντακτικός νομοθέτης έλαβε ιδιαίτερη μέριμνα, εισάγοντας στο κείμενο του Σύνταγματος ειδικές διατάξεις, με τις οποίες οι εκτάσεις με δασική βλάστηση υπάγονται σε αυστηρό προστατευτικό καθεστώς. Συγκεκριμένα, με το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 24, ανατίθεται στον κοινό νομοθέτη να θεσπίσει τις αναγκαίες ρυθμίσεις για την προστασία των δασών και των δασι­κών εκτάσεων, ενώ με το τελευταίο εδάφιο της ίδιας παραγράφου επιβάλ­λεται ευθέως ο κανόνας απαγόρευσης μεταβολής του προορισμού τους, παρέχεται δε στο νομοθέτη η δυνατότητα να επιτρέψει μόνον κατ' εξαίρεση την αλλοίωση της μορφής των δασών και των δασικών εκτάσεων για λό­γους δημόσιας ωφέλειας, αφού εκτιμηθούν οι επιπτώσεις της αλλοιώσεως στο φυσικό περιβάλλον, η σημασία της διαφυλάξεως των εκτάσεων με δα­σική βλάστηση συγκριτικά με τη σημασία που έχει ο σκοπός, στον οποίο αποβλέπει η σχετική επέμβαση, καθώς και με τον τρόπο, με το οποίο ο σκοπός αυτός Θα μπορούσε ενδεχομένως να επιτευχθεί χωρίς κατα­στροφή δασικής βλαστήσεως, και μόνον αν ο σκοπός δεν μπορεί να εκπληρωθεί με άλλον τρόπο που, έστω και δαπανηρότερος, δεν θα έθιγε την υπάρχουσα στην έκταση δασική βλάστηση (ΣτΕ 2089/2004, 1986Ι2002, 3395/2001).

7. Επειδή, με το άρθρο 57 του Ν. 998Ι1979 «Περί προστασίας των Δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (ΦΕΚ 289 Α'), επι­τρέπεται η έρευνα για την ανεύρεση μεταλλευτικών και λατομικών ορυκτών (παρ. 1) και η εκμετάλλευση μεταλλείων και λατομείων (παρ. 2) εντός δα­σών και δασικών εκτάσεων του άρθρου 3 του νόμου αυτού. Ειδικότερα στην παράγραφο 1 ορίζεται ότι : α.., Δια της σχετικής περί εγκρίσεως των ως άνω ερευνών αποφάσεως δύνανται να τiθενται περιορισμοί ως προς την έρευναν εντός δασών και δασικών εκτάσεων ... καθορίζονται δε συγ­χρόνως και αι υποχρεώσεις του ερευνητού δια την προστασiαν του δασικού περιβάλλοντος και την αποκατάστασιν του τοπίου και της δασικής βλαστήσεως μετά το πέρας της ερεύνης ως και αι υποχρεώσεις του εν περιπτώσει εκμεταλλεύσεως της εκτάσεως ... ». Στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι : «Πάσα εκ των ερευνών ή εκ της εκμεταλλεύσεως προκαλουμένη εις δάσος ή δασικάς εκτάσεις ζημία αποκαθίσταται συμφώ­νως προς την κατά το άρθρον 47 παρ. 4 μελέτην και τας εντολάς της αρμοδiας δασικής αρχής. Η έχουσα την εκμετάλλευσιν επιχείρησις υποχρεούται να προβαίνη περιοδικώς εις αποκατάστασιν του τοπίου και της δασικής βλαστήσεως δια της εφαρμογής προγράμματος αναδασώσεως εγκρινομένου υπό της δασικής αρχής. Εφ' όσον η τοιαύτη αποκατάστασις και η πραγματοποίησις της αναδασώσεως εiναι ιδιαιτέρως δυσχερής, η δασική αρχή δύναται να υποχρεώση την επιχεiρησιν, αντί της ως άνω αποκαταστάσεως, εις αναδάσωσιν ετέρας εγγύς ευρισκομένης περιοχής, εκτάσεως μείζονος μέχρι και του πενταπλασiου εκείνης εις ην επήλθεν η εκ της εκμεταλλεύσεως ζημία. Η μη συμμόρφωσις του υποχρέου προς τα ανωτέρω συνεπάγεται την επιβολήν εις αυτόν των οικεiων δαπανών δια την υπό της δασικής υπηρεσίας αποκατάστασιν της ζημίας του δασικού

περιβάλλοντος ή την διενέργειαν των ρηθεισών αναδασώσεων ... ». Περαιτέρω, στο άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 1428Ι1984 «Εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 43 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με το αντίστοιχο άρθρο του Ν. 2115i1993 (ΦΕΚ 15 Α') ορίζεται ότι «Πριν από τη μίσθωση ή τη χορήγηση άδειας εκμεταλλεύσεως σε λατομεία ... απαιτείται η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο στον αρμόδιο νομάρχη εγ­γυητικής επιστολής εκπληρώσεως των υποχρεώσεων, που απορρέουν από τις εγκεκριμένες ή θεωρημένες ,.. μελέτες αποκαταστάσεως του περι­βάλλοντος ... Σε περίπτωση μη συμμορφώσεως του εκμεταλλευτή προς τις ως άνω υποχρεώσεις, ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες από τις δια­τάξεις του παρόντος νόμου κυρώσεις, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει προς όφελος του Δημοσίου, το δε ποσό διατίθεται στις υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας για την περιβαλλοντική αποκατάσταση των λατομι­κών χώρων ...» (άρθρο 8 παρ. 3). Στο άρθρο 20 του ίδιου νόμου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του Ν. 2115Ι1993, προβλέπεται ότι :«4. Εκμεταλλευτές δημοτικών, κοινοτικών ή ιδιωτικών λατομείων, τα οποία κατά την έναρξη του ν. 142811984 (11.4.1984) λειτουργούσαν με άδεια εκ­μεταλλεύσεως και των οποίων η λειτουργία δεν απαγορεύτηκε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 142811984 ή των οποίων έχει εγκριθεί η συνέχιση της λειτουργίας με απόφαση του νομάρχη και εξακολουθούν να λειτουργούν, δύνανται ... να ζητήσουν ... τη χορήγηση άδειας εκμεταλλεύ­σεως ... Ο εκμεταλλευτής στην περίπτωση αυτήν υποχρεούται σε πλήρη περιβαλλοντική αποκατάσταση του συνολικού χώρου, την οποία πρόκειται να εκμεταλλευθεί. 5. Οι αποδεδειγμένα εκμεταλλευόμενοι δημόσια λατο­μεία αδρανών υλικών... συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους στους χώρους αυτούς για μια διετία με κύριο σκοπό την αποκατάσταση του περιβάλλο­ντος ... 8. Λειτουργούντα κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου λατομεία των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, που δεν θα τύχουν των προβλεπομένων από τις εν λόγω διατάξεις παρατάσεων αδειών ή μισθώ­σεων αντίστοιχα, συνεχίζουν τη λειτουργία τους ... εφόσον ... α... β. δεν έχει ολοκληρωθεί η αποκατάσταση του περιβάλλοντος του λατομικού χώ­ρου ... ».

8. Επειδή, κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις των Ν. 998/1979 και Ν. 1428/1984, ερμηνευόμενες ενόψει των συνταγματικών επιταγών που αναφέρονται σε προηγούμενη σκέψη, επεμβάσεις σε δασικές εκτάσεις, επιτρέπονται, αλλά στο αναγκαίο μέτρο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο δημόσιο σκοπό. Ειδικότερα, είναι ανεκτή μεν η μεταβολή της μορφής εκτάσεως με δασική βλάστηση και για την εξόρυξη λατομικών ορυκτών,, προκειμένου να ικανοποιηθούν ανάγκες, οι οποίες δεν Θα μπορούσαν να καλυφθούν με τη χρησιμοποίηση εκτάσεων στερουμένων δασικής βλαστή­σεως, εφόσον όμως συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις για την εξόρυξη λατομικών ορυκτών σε έκταση που έχει δασικό χαρακτήρα, η ανάγκη αυτή πρέπει να ικανοποιείται με τη μικρότερη δυνατή απώλεια δα­σικού πλούτου (ΣτΕ 1986/2002). Στα πλαίσια αυτά η λατομική δραστηριό­τητα αποτελεί επιτρεπτή, υπό όρους, δραστηριότητα εκμετάλλευσης πλου­τοπαραγωγικών πόρων, η οποία, 'κατά το αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο, έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και συνδέεται με υποχρέωση ανάπλα­σης του λατομικού χώρου μετά τη λήξη της δραστηριότητας αυτής. Η χο­ρήγηση, κατ' εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, αδειών επεμβάσεως σε δασικές εκτάσεις δεν συνεπάγεται μεταβολή του νομικού χαρακτήρα των εκτάσεων αυτών, αλλά μόνο προσωρινή δυνατότητα επεμβάσεως για την άσκηση συγκεκριμένης λατομικής δραστηριότητας με υποχρέωση, μετά την παύση της λειτουργίας του λατομείου, αποκαταστάσεως του δασικού χαρακτήρα των εκτάσεων.

9. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγμα­τος, η κήρυξη εκτάσεως ως αναδασωτέας και η απαγόρευση κάθε χρή­σεως, η οποία θα παρεμπόδιζε την αναδάσωση δεν επαφίεται στη διακρι­τική εξουσία της Διοικήσεως αλλά είναι υποχρεωτική και επιβάλλεται, χω­ρίς εξαίρεση, με μόνη τη διαπίστωση της συνδρομής των αντικειμενικών προϋποθέσεων, που προβλέπονται στη συνταγματική αυτή διάταξη, ανε­ξαρτήτως του χαρακτήρα της εκτάσεως ως δημοσίας ή ιδιωτικής. Πρέπει, όμως, η κρίση της Διοικήσεως για το δασικό χαρακτήρα της εκτάσεως, που κηρύσσεται αναδασωτέα, να είναι αιτιολογημένη, η αιτιολογία δε αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου (ΣτΕ 1272/2002, 2464, 1151/1997 κ.ά.). Εξάλλου, οι ρυθμίσεις αυτές του Συντάγματος επα­ναλαμβάνονται και εξειδικεύονται στην παρ. 1 του άρθρου 38 στην παρ. 1 του άρθρου 38 του Ν. 998/1979, στην οποία ορίζεται ότι «Κηρύσσονται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα τα δάση και αι δασικαί εκτάσεις, ανεξαρτή­τως της ειδικωτέρας κατηγορίας αυτών ή της θέσεως εις ήν ευρίσκονται, εφόσον ταύτα καταστρέφονται ή αποψιλούνται συνεπεία πυρκαϊάς ή πα­ρανόμου υλοτομίας αυτών. Η αυτή υποχρέωσις υφίσταται και διά τα εκ των ως άνω αιτιών καταστραφέντα ή αποψιλωθέντα δάση και δασικάς εκτάσεις, ανεξαρτήτως του χρόνου της καταστροφής ή της αποψιλώσεως τούτων, εφ' όσον μέχρι της 11ης Ιουνίου 1975 δεν είχον χρησιμοποιηθή δι' έτερον σκοπόν ώστε να καθίσταται αδύνατος η ανατροπή της εκ της χρη­σιμοποιήσεως ταύτης δημιουργηθείσης καταστάσεως ...». Η διάταξη αυτή, κατά το μέρος που εξαιρεί από την υποχρέωση αναδασώσεως εκτάσεις, οι οποίες είχαν παράνομα χρησιμοποιηθεί πριν από την 11.6.1975, κατά τρόπο που να καθίσταται αδύνατη η ανατροπή της πραγματικής κατάστα­σης που δημιουργήθηκε, έχει κριθεί ως αντίθετη προς τη διάταξη του άρ­θρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος (ΣτΕ 2126, 1316/2000, 1573/2002 7μ.). Αντιθέτως, δεν αντίκειται στη συνταγματική αυτή διάταξη η ανωτέρω ρύθ­μιση, κατά το μέρος που αφορά περιπτώσεις, κατά τις οποίες το δάσος ή η δασική έκταση έχει οριστικά απωλέσει το δασικό του χαρακτήρα όχι κατό­πιν παράνομης ενέργειας αλλά για κάποια νόμιμη αιτία και δεν είναι δυ­νατή η ανατροπή της πραγματικής κατάστασης που δημιουργήθηκε με νό­μιμο τρόπο (ΣτΕ 1573/2002 7μ.).

10. Επειδή, κατ' ακολουθίαν όσων αναφέρονται στις προηγούμενες σκέψεις, η απώλεια της δασικής μορφής ορισμένης εκτάσεως εξαιτίας νό­μιμης λατομικής δραστηριότητας, η οποία αναπτύχθηκε με βάση διοικητι­κές πράξεις, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κήρυξη της εκτάσεως ως αναδασωτέας, κατά το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο η λατομική δρα­στηριότητα εξακολουθεί να αναπτύσσεται νομίμως (βλ. ΣτΕ 2089/2004). Αν, όμως, παύσει η λειτουργία του λατομείου και ο υπόχρεος δεν εκπλη­ρώσει την υποχρέωσή του να αποκαταστήσει τη δασική βλάστηση σύμ­φωνα με τις παραπάνω διατάξεις, νομίμως κηρύσσεται ως αναδασωτέα η δασική έκταση, η οποία απώλεσε τη δασική της μορφή εξ αιτίας της λατομικής δραστηριότητας.

11. Επειδή, με την προσβαλλόμενη 678/9.3.1998 απόφαση του Γε­νικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής (Δ' 183/24.3.1998) κηρύσσεται αναδασωτέα έκταση συνολικού εμβαδού 206 στρεμμάτων στη Θέση αΤουρκοβούνια» του Δήμου Ψυχικού Ν. Αττικής, στην οποία περιλαμβάνε­ται τμήμα 185 στρεμμάτων, που αναφέρεται στην προσβαλλόμενη πράξη ως τμήμα Α και του οποίου περιγράφονται τα όρια. Κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας Αττικής έλαβε υπόψη την 1318/9.3.1998 πρόταση του Δασάρχη Πεντέλης για την κήρυξη της εκτάσεως ως αναδασωτέας και την έκθεση (Φεβρουαρίου - Μαρτίου 1998) του Δασολόγου του Δασαρχείου Πεντέλης Σ. Σίμνου και κή­ρυξε την έκταση αναδασωτέα με σκοπό, όπως αναφέρεται στην απόφαση αυτή, «τη διατήρηση του χαρακτήρα του δάσους και την ανάπτυξη της δα­σικής βλάστησης, η οποία αποτελούμενη από συμπαγές δάσος κωνοφό­ρων και υπόροφο αειφύλλων - πλατυφύλλων, καταστράφηκε και υπο­βαθμίστηκε από του έτους 1878 και μέχρι σήμερα σταδιακά εξαιτίας αλόγι­στης ξύλευσης, υπερβόσκησης, πυρκαϊών, διαβρώσεων και εν μέρει εξαι­τίας αλόγιστης λατόμευσης». Στην έκθεση του δασολόγου Σ. Σίμνου παρα­τίθενται τα πορίσματα έρευνάς του, η οποία στηρίζεται σε αυτοψία, ερμη­νεία ζεύγους αεροφωτογραφιών, έρευνα του αρχείου της υπηρεσίας και μελέτη των χαρτών Kaupert, οι οποίοι εμφανίζουν και περιγράφουν τα είδη της βλάστησης με συμβολικά στοιχεία όπως (ΐ), που δηλώνει την ύπαρξη κωνοφόρων και (\\V//) που δηλώνει την ύπαρξη δασικών θάμνων, και των χαρτών της Γ.Υ.Σ. έτους 1904. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, η οποία κα­λύπτει την περίοδο από τα έτη 1878 - 1879, η επίδικη έκταση (206 στρέμ­ματα εκτός σχεδίου), όπως και το εντός σχεδίου σήμερα τμήμα των 94 στρεμμάτων, ήταν δάσος κωνοφόρων, αποτυπούμενο στους χάρτες Kaupert με το συμβολισμό (τ) και υπόροφο από πλατύφυλλα δασικά είδη, αποτυπούμενο με το συμβολισμό (\\V//), δεν αποτελεί δε μεμονωμένη οι­κολογική ενότητα (δάσος - δασική έκταση) αλλά τμήμα ευρύτερης, η οποία εξαπλώνεται σε ολόκληρα τα Τουρκοβούνια, δηλαδή όχι μόνο στις πλαγιές και την κορυφή, αλλά εκτείνεται στην ανατολική πλευρά μέχρι τα όρια των κτημάτων "Παυλίδη" και "Ψυχικό". Στους χάρτες αυτούς δεν επισημαίνεται ανθρώπινη δραστηριότητα συνιστάμενη στη λειτουργία είτε λατομείων είτε καμινίων ή ποιμνιοστασίων ούτε αποτυπώνονται περιφράξεις. Στην iδια έκθεση σημειώνεται ότι βάσει του χάρτη της Στρατιωτικής Σχολής Υπαξιω­ματικών (κλίμακα 1: 12.500 έτους 1904) διαπιστώνεται ότι η επίδικη πε­ριοχή, διάστικτη από το συμβολισμό (\\V//), καλύπτεται από συμπαγή δα­σική βλάστηση πλατυφύλλων δασικών ειδών φυτών και ότι, σύμφωνα με φωτοερμηνεία αεροφωτογραφιών έτους 1939, η επίδικη έκταση καλύπτε­ται από χορτολιβαδική βλάστηση και δασική αειφύλλων - πλατυφύλλων ισχνής ανάπτυξης εξαιτίας της φτωχότητας του εδάφους και της υποβάθμι­σης της βλάστησης το έτος 1904 έως και το έτος 1939. Σημειώνεται δε ότι κατά το τελευταίο αυτό έτος εμφανίζεται ο κρατήρας του λατομείου, από το μέγεθος του οποίου τοποθετείται η έναρξη της σχετικής δραστηριότητας περίπου στο έτος 1929. Η ίδια κατάσταση καταγράφεται και κατά το έτος 1945. Στις αεροφωτογραφίες του έτους 1960 παρατηρείται στην εκτός λατομικού χώρου περιοχή δασική βλάστηση πλατυφύλλων δασικών ειδών καλής ανάπτυξης και μεμονωμένες συνεδρίες μέτριας ανάπτυξης κωνοφό­ρων. Κατά το έτος 1978 παρατηρείται μορφή αμιγούς δασικής εκτάσεως, από τις αεροφωτογραφίες δε του έτους 1989 προκύπτει ότι είχε παύσει η λατομική δραστηριότητα μεταξύ των ετών 1978 και 1989, ότι υπήρχε αμι­γής δασική βλάστηση πλατυφύλλων και κωνοφόρων στην εκτός λατομικού χώρου έκταση και ότι είχε αρχίσει εκ νέου εγκατάσταση δασικής βλάστη­σης, κυρiως χορτολιβαδικής και πλατυφύλλων Θαμνώδους μορφής, επί των κρατήρων των λατομείων. Τέλος κατά το έτος 1998 εμφανίζεται η ίδια μορφή με αύξηση κατά θέσεις της δασικής βλαστήσεως. Ο ίδιος εξάλλου δασολόγος στην από 6-3-1998 εισηγητική έκθεση - πρόταση αναφέρει ότι «Αν ανατρέξει κανείς στο παρελθόν από δασοπονική άποψη, Θα διαπιστώ­σει ότι η έκταση αυτή ουδέποτε είχε άλλη μορφή εκτός εκείνης του δάσους ή της δασικής έκτασης, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις του αρ. 3 παρ. 1, 2, 3 Ν. 998/1979». Κατόπιν της 70258/8.1.1987 διαταγής του Διευθυντού Δασικού Κτηματολογίου του Υπουργείου Γεωργίας είχε συνταχθεί και η από 25-11-1987 έκθεση φωτοερμηνείας των δασολόγων Ν. Γεωργιάδη - Π. Πατσώνη βάσει των αεροφωτογραφιών των ετών 1929, 1937, 1938, 1945, 1978 και 1983. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή "οι Α/Φ έτους λήψεως 1929 καλύπτουν ένα πολύ μικρό τμήμα της περιοχής από την πλευρά του Γαλατσίου και Αθηνών και χρησιμοποιήθηκαν βοηθητικά για το τμήμα αυτό. Μεταξύ των ετών 1937, 1938 - 1945 δεν υπάρχουν ου­σιώδεις μεταβολές σε ότι αφορά την μορφή των εκτάσεων .... Κατά τα έτη 1937 - 1938 η περιοχή που αναφερόμαστε καλύπτονταν κύρια από αείφυλλα - πλατύφυλλα και ποώδη - χορτολιβαδική βλάστηση. Υπήρχαν δε κατά τόπους συστάδες πεύκης από την πλευρά της Ν. Ιωνίας - Αλσούπολης και Φιλοθέης. Μεταξύ των ετών 1938 - 1945 πρέπει μεγάλη πυρκαϊά να αποτέφρωσε στο σύνολο την περιοχή των Τουρκοβουνίων .... Την ίδια εποχή 1938 - 1945 και κύρια στις παρυφές των οικοδομικών γραμμών, υπήρχαν και άλλες εκτάσεις γυμνές βλαστήσεως, όπου σε πολλές από αυ­τές εμφανίζονται χαραγμένοι δρόμοι. Πρόκειται για εκχερσωμένες δασικές κατά χαρακτήρα εκτάσεις που προετοιμάζονταν σταδιακά για επέκταση της οικοδομικής δραστηριότητας της περιοχής προς τα πάνω. Επίσης πολλές εκτάσεις του 1938 γυμνές δασικής βλαστήσεως, στις Α/Φ του 1945 έχουν τη δασική μορφή, έχουν δασωθεί. Πρόκειται για δασικές εκτάσεις που εκχερσώθηκαν πριν μερικά χρόνια, που αμέσως μετά εγκαταλείφθη­καν και δασώθηκαν ....". Στους χάρτες Γ.Υ.Σ., που συνοδεύουν την εν λόγω έκθεση, τμήμα της επίδικης περιοχής εμφανίζεται με πράσινο χρώ­μα, που σημαίνει τις "ανέκαθεν και μέχρι σήμερα δασικές κατά χαρακτήρα εκτάσεις που έχουν απομείνει στην περιοχή των Τουρκοβουνίων. Πρόκει­ται για χορτολιβαδικές - βραχώδεις εκτάσεις με κατά τόπους αραιή βλά­στηση αειφύλλων - πλατυφύλλων".

12. Επειδή, από τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι, ανεξαρτήτως του εάν η επίδικη έκταση είχε κηρυχθεί ως αναδασωτέα με την απόφαση 108424/13-9-1934 του Υπουργού Γεωργίας «περί κηρύ­ξεως ως αναδασωτέας της περιοχής του λεκανοπεδίου Αθηνών» (Β 1331/ 16.10.1934) ή περιλαμβανόταν στις προβλεπόμενες από εξαιρέσεις από την αναδάσωση, πάντως η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία η έκταση αυτή κηρύσσεται ως αναδασωτέα, έχει εκδοθεί μετά από νέα έρευ­να της υποθέσεως, κατά την οποία επανεξετάσθηκαν στοιχεία προγενέ­στερα και μεταγενέστερα του έτους 1934. Με τα δεδομένα αυτά, η προ­σβαλλόμενη πράξη έχει εκτελεστό χαρακτήρα και παραδεκτώς προσβάλ­λεται με την υπό κρίση αίτηση.

13. Επειδή, με την 656/2001 απόφαση του Δικαστηρίου διατάχθηκε η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από τους ειδικούς επιστήμονες α) Δη­μήτριο Κόκκα του Θεοδώρου, Δασολόγο - Φωτοερμηνευτή, περιλαμβανό­μενο στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Αθηνών, β) Πέτρο Τεκίδη, Αγρονόμο και Τοπογράφο - Μηχανικό, Αντισυνταγμα­τάρχη της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. Ειδικότερα, στους πραγματο­γνώμονες αυτούς ανατέθηκε η ερμηνεία των κατωτέρω στοιχείων και όσων άλλων στοιχείων θα κρiνονταν πρόσφορα : 1) των χαρτών του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του έτους 1878 - 1879 (χάρτες Kaupert), 2) του χάρτη της Στρατιωτικής Σχολής Υπαξιωματικών, 3) των αεροφωτογραφιών α} 1226 - 1227 του έτους 1934, β) 056 - 057 του έτους 1945, γ} 2281 - 2282 του έτους 1960, δ) 104553 - 104554 του έτους 1978 και ε) 185130 - 185831 του έτους 1988 (ή 1989) και 4) των χαρτών 6445/5, 6, 7, 8 και 6455/1, 2 της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, προκειμένου να αποφαν­θούν επί : α) της μορφής της εκτάσεως ως δασικής ή μη κατά το παρελ­θόν, δηλαδή μεταξύ των ετών 1878 - 1879 και της κηρύξεως της συγκεκρι­μένης αυτής εκτάσεως ως αναδασωτέας με την προσβαλλομένη 678/9-3­1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, β) της εκτάσεως του λατομείου κατά το χρόνο εκδόσεως της 108424/13-9/16­10/1934 αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, γ) των κατά τόπους κλί­σεων του εδάφους της επίδικης εκτάσεως.

14. Επειδή, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης η αι­τούσα με την από 9.6.1998 αίτησή της ζήτησε τον χαρακτηρισμό της επίδικης έκτασης κατ' εφαρμογή του άρθρου 14 του Ν. 998/1979 και με την 7846/26.11.1999 πράξη του Δασάρχη Πεντέλης αυτή χαρακτηρίσθηκε ως δασική έκταση των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 3 του Ν. 998/1979, γιατί ήταν και είναι βραχώδης με μεγάλες κλίσεις και καλύπτεται και καλυ­πτόταν από χορτολιβαδική βλάστηση ισχνής ανάπτυξης με κατά τόπους μεμονωμένα άτομα αειφύλλων - πλατυφύλλων σε ποσοστό μικρότερο του 15°/ο του συνόλου της. Η πράξη χαρακτηρισμού, κατά της οποίας ασκήθη­καν αντιρρήσεις τόσο από την αιτούσα, όσο και από τον παρεμβαίνοντα Δήμο Ψυχικού, οι οποίες δεν έχουν εκδικασθεί από την Πρωτοβάθμια Επι­τροπή Επίλυσης Αμφισβητήσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αν. Ατ­τικής (βλ. έγγραφο 70/3.2.2003 της Α/θμιας Επιτροπής προς το Σ.τ.Ε.), στηρίχθηκε στην από 8-11-1999 εισήγηση των δασολόγων του Δασαρχείου Πεντέλης Ε. Σέρβου, Κ. Τσομή και Α. Ρήγα. Στην εισήγηση αυτή αναφέρεται ότι μολονότι οι χάρτες Kaupert ετών 1878 - 1879 είναι ενδει­κτικοί όσον αφορά τη βλάστηση, η επίμαχη έκταση απεικονίζεται ως κο­ρυφή βουνού και λόχμη (δάσος χαμοδένδρων) και, περαιτέρω, ότι από τη φωτοερμηνεία Α/Φ προκύπτει ότι η εκτός λατομικού χώρου έκταση κατά το έτος 1939 εμφανίζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της γυμνή βλαστήσεως (κορυφή και παρυφές Τουρκοβουνίων), ενώ εμφανίζονται διάσπαρτα δέν­δρα (περίπου 20) στο τμήμα πλησίον της κορυφής με στοιχείο 2 του σχε­διαγράμματος, κατά το έτος 1945 έχει την ίδια μορφή βλάστησης αλλά δεν υπάρχουν τα διάσπαρτα δένδρα, κατά τα έτη 1960 και 1978 καλύπτεται από χορτολιβαδική έκταση με μεγαλύτερη πυκνότητα και κατά θέσεις με­μονωμένα άτομα αειφύλλων πλατυφύλλων σε ποσοστό μικρότερο του 15°/ο, τέλος κατά το έτος 1988 στον εγκαταλελειμμένο λατομικό χώρο έχει εγκατασταθεί χορτολιβαδική βλάστηση. Οι εν λόγω δασολόγοι καταλήγουν ότι η επίδικη έκταση είχε ανέκαθεν τη μορφή βραχώδους χορτολιβαδικής εκτάσεως με μεγάλες κλίσεις, με κατά τόπους μεμονωμένα άτομα αειφύλ­λων - πλατυφύλλων ισχνής ανάπτυξης και ποσοστού μικρότερου του 15°/ο του συνόλου της έκτασης. Σύμφωνα, με την πραγματογνωμοσύνη του Δ. Κόκκα, από την τοποθέτηση της επίδικης εκτάσεως επί του χάρτη Kaupert, αυτή κατά τα έτη 1878 - 1879 ήταν υποβαθμισμένη χορτολιβαδική έκταση, αφού το μόνο σύμβολο βλαστήσεως εντός αυτής είναι το (\\V//) ονομαζόμενο Hutung, που υποδηλώνει σύμφωνα με το Γερμανικό Αρχαιολογικό Μουσείο "χορτολιβαδική έκταση κατώτερης ποιότητας", ενώ ελάχιστα με­μονωμένα δενδρώδη άτομα πεύκης ευρίσκονται εντός της επίδικης επιφά­νειας κοντά στο τριγωνομετρικό 338. Το γεγονός όμως αυτό δεν υποδη­λώνει δάσος πεύκης, όπως σε άλλες θέσεις εκτός της επίδικης περιοχής, όπου το σχετικό σύμβολο απαντάται πυκνά επαναλαμβανόμενο. Από την ερμηνεία των αεροφωτογραφιών ετών 1929 και 1939, η επίδικη έκταση, εκτός του λατομικού χώρου, εμφανίζεται βραχώδης, γυμνή βλαστήσεως και φέρει είκοσι (20) συνολικά άτομα δένδρων και θάμνων. Κατά το έτος 1945 η βλάστηση έχει την ίδια μορφή με την απουσία των είκοσι διάσπαρ­των δένδρων και θάμνων, κατά τα έτη 1960 και 1978 παρατηρείται χορτο­λιβαδική βλάστηση με ελάχιστους Θάμνους αειφύλλων - πλατυφύλλων στη θέση των διάσπαρτων δένδρων και θάμνων, κατά το έτος 1988 και στις 30-10-2001 (αυτοψία) παρατηρείται εγκατάσταση χορτολιβαδικής βλάστη­σης στον εγκαταλελειμμένο λατομικό χώρο. Ο πραγματογνώμονας κρίνει επίσης ότι από το χάρτη της ΣΣΥ έτους 1904 δεν αντλείται κανένα χρήσιμο στοιχείο για το χαρακτηρισμό της έκτασης. Καταλήγει δε ότι "Η μεγαλύτερη κάλυψη σε δασική βλάστηση που εμφανίζεται στο επίδικο διαχρονικά πα­ρατηρείται στις Α/Φ του 1929 Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. και στις Α/Φ του 1939 Γ.Υ.Σ., όπου εμφανίζονται συνολικά 20 μεμονωμένα άτομα δένδρων και θάμνων, αριθμός ο οποίος δεν δύναται να προσδώσει δασικό χαρακτήρα όχι μόνο στο σύνολο της έκτασης αλλά και ούτε τοπικά στο βόρειο - βορειοδυτικό τμήμα της έκτασης, όπου τα άτομα αυτά εμφανίζονται, αφού η δασοκά­λυψη την οποία αντιπροσωπεύουν είναι για τα έτη αυτά πολύ μικρότερη του ορίου των 15°/ο (οδηγίες εφαρμογής Ν. 998/1979 ΦΕΚ 289 Α' 29-12­1979) (4) είτε ληφθεί σαν βάση αναφοράς το σύνολο του επιδίκου, είτε το προαναφερθέν βόρειο - βορειοδυτικό τμήμα του .... σχετικά με την ερμη­νεία που προσδίδει στον χάρτη του Kaupert ο Δασολόγος Σίμνος, εκτι­μούμε ότι αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, διότι και τα δύο υπομνήματα (VΙΙΙε και VΙΙΙστ) που αναφέρονται στον συμβολισμό τον ευ­ρισκόμενο εντός ολοκλήρου της επίδικης εκτάσεως, δηλώνουν είτε την ύπαρξη βραχύκορμων ειδών (το πρώτο) είτε την κατάσταση της χορτολιβαδικής έκτασης (το δεύτερο). Εξάλλου συγκρίνοντας την βλάστηση των συμβολισμών Kaupert με την βλάστηση των Α/Φ του έτους 1929 που συ­ναντάμε στην ευρύτερη περιοχή έξω από το επίδικο, διακρίνουμε ότι όπου υπάρχει σε ομάδες ο συμβολισμός (á) στον χάρτη του Kaupert, στις αερο­φωτογραφίες του 1929 διακρίνουμε ομάδες υψηλόκορμων δένδρων (πευ­κοδάση) και όπου υπάρχουν μεμονωμένα σύμβολα (á) όπως συμβαίνει έξω από το επίδικο στο βόρειο - βορειοδυτικό τμήμα του, στις Α/Φ του 1929 αλλά και του 1939 ευρίσκουμε 20 άτομα υψηλόκορμων δένδρων και θάμνων. Τέλος από το βραχώδες της έκτασης και από το λίαν αβαθές και πολύ φτωχό έδαφος συμπεραίνουμε ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να καλυπτόταν η επίδικη έκταση με δασική βλάστηση ή δάσος κωνοφόρων το 1878 - 1879 και στη συνέχεια τα δασικά είδη να υλοτομήθηκαν ή να κατα­στράφηκαν από πυρκαγιά και κατόπιν να επαναδημιουργήθηκαν το 1929 νέα δάση ή νέα υψηλόκορμα μεμονωμένα δένδρα, μόνο στα σημεία ή στις περιοχές όπου συναντάμε μεμονωμένα ή σε ομάδες συμβολισμούς (á) που δηλώνουν υψηλόκορμα δένδρα ή πευκοδάσος. Συμπερασματικά ... η όλη επίδικη έκταση ανέκαθεν είχε την ίδια περίπου μορφή .... έχει χορτο­λιβαδική μορφή με ελάχιστους δασικούς θάμνους και μεμονωμένα δένδρα σε ποσοστό πολύ μικρότερο του 15°/ο της όλης έκτασης, τα οποία δεν είναι δυνατόν να προσδώσουν σε κάποιο τμήμα της πολύ δε περισσότερο σε όλη την έκταση τον Δασικό Χαρακτήρα. Επίσης η επίδικη έκταση περιβάλ­λεται από οργανωμένη δόμηση κατά το μεγαλύτερο μέρος της." Ο έτερος πραγματογνώμονας Π. Τεκίδης δέχεται ότι συνολικό εμβαδόν εκτάσεως 51.650 τ.μ. έχει κλίση μεγαλύτερη του 40°/ο, ενώ το υπόλοιπο της εκτά­σεως, ειδικότερα 89.061 τ.μ., αποτελούν εδάφη με κλίσεις μικρότερες του 40°/ο. Εξάλλου, η αιτούσα προσκόμισε δύο εκθέσεις προς αντίκρουση της εκθέσεως Σ. Σίμνου. Στην πρώτη από αυτές, και, συγκεκριμένα στην έκθεση του αγρονόμου τοπογράφου - μηχανικού Γ. Κωστάρα (Απρίλιος 1998), αναφέρεται σχετικά με τους χάρτες Kaupert έτους 1878 ότι κανένα σύμβολο που υποδηλώνει την ύπαρξη κωνοφόρων δεν υφίσταται εντός της επίδικης περιοχής ενώ όσον αφορά το σύμβολο \\V// είναι δυσδιάκριτο, κατά την άποψη δε του συντάκτη της εκθέσεως αυτής ελλείπει παντελώς από την επίδικη περιοχή και, πάντως, στη σύγχρονη τοπογραφία συμβολίζει τους θάμνους πάσης φύσεως χωρίς εξειδίκευση σε πλατύφυλλα ή μη, ξυλώδη ή μη και δασικά ή μη είδη. Σύμφωνα με φωτοερμηνεία που περιέ­χεται στην ανωτέρω έκθεση, στις Α/Φ τους 1939, στην επίμαχη περιοχή εμφανίζονται δύο συστάδες δένδρων επιφανείας δύο στρεμμάτων περίπου και παρουσία τριάντα περίπου δένδρων που αντιπροσωπεύουν δενδροκάλυψη 1,50°/ο της εκτάσεως ενώ στις Α/Φ του έτους 1960 παρατηρείται «βλάστηση χορτολιβαδικού χαρακτήρα επί το πλεiστον» στην εκτός λατο­μικού χώρου περιοχή και δενδροσυστάδες συνολικής επιφάνειας τριών στρεμμάτων περίπου που αντιπροσωπεύει λιγότερο του 3°/ο της επίδικης εκτάσεως, και στις Α/Φ έτους 1989 παρατηρείται χορτολιβαδική βλάστηση στην εκτός λατομικού χώρου περιοχή, δενδροσυστάδες και δύο δενδρο­στοιχίες που καλύπτουν 11 στρέμματα, δηλαδή το 5,5% της επίδικης εκτά­σεως. Στην δεύτερη από τις προσκομιζόμενες αυτές εκθέσεις, δηλαδή στην τεχνική έκθεση φωτοερμηνείας των δασολόγων - περιβαλλοντολόγων Ν. Χλύκα και Ν. Σκώκου (Απρiλιος 1998), σε σχέση με Α/Φ έτους 1939 αναφέρεται ότι στην εν λόγω έκταση δεν υπάρχουν ίχνη αποψίλωσης ή υλοτόμησης ούτε υπόροφος αειφύλλων πλατυφύλλων ή ίχνη παλαιάς πυρκαγιάς, που να στοιχειοθετούν την ύπαρξη δασικής βλάστησης πριν από το 1939. Αντίθετα η παρουσία μεμονωμένων δένδρων σε δύο θέσεις στα όρια των οδών Δάφνης και Ελίκας Αθανασιάδη καθώς και η ενιαία μορφή έκτασης δείχνουν ότι και το 1939 είχε μορφή χέρσου - χορτολιβαδικού κτή­ματος. Η ίδια μορφή εμφανίζεται και κατά το έτος 1960 ενώ για το έτος 1989 γίνεται αναφορά σε τεχνητές φυτεύσεις και κατά τα λοιπά σε χέρσα έκταση, ενώ τα ελάχιστα μεμονωμένα δένδρα δεν μαρτυρούν ύπαρξη δα­σικής βλάστησης. Επίσης, η αιτούσα προσκόμισε συμπληρωματική τεχνι­κή έκθεση του Μαρτίου 2004 των Δασολόγων Περιβαλλοντολόγων Ν. Χλύ­κα και Ν. Σκώκου, που αναφέρεται στους χάρτες KAUPERT, τους χάρτες της Στρατιωτικής Σχολής Υπαξιωματικών του 1904 και τις αεροφωτογρα­φίες του 1929. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, η επίδικη έκταση είναι χορ­τολιβαδική έκταση κατώτερης ποιότητας, η οποία καλύπτεται από ποώδη βλάστηση. Προς αντίκρουση των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης, η αι­τούσα προσκόμισε και την από 22.12.2003 τεχνική έκθεση του Καθηγητή του Τομέα Γαιωδεσίας και Τοπογραφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κ. Ε. Κατσάμπαλου, στην οποία αναφέρεται ως συμπέρα­σμα ότι η επίδικη έκταση στο σύνολό της δεν κηρύχθηκε ως αναδασωτέα με την 108424/13.9/16.10.1934 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας (ΦΕΚ Β' 133) και ουδέποτε υπήρξε δασική, καθώς και την έκθεση πραγματο­γνωμοσύνης του Ιωάννη Αλαβάνου, Αγρονόμου Τοπογράφου Μηχανικού, που διορίσθηκε ως πραγματογνώμονας με την 3835/2000 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, στην οποία αναφέρεται ως συμπέρασμα ότι «η επίδικη έκταση, έχει, τουλάχιστον από τα μέσα του 19°U αι., σύμφωνα με τα στοι­χεία που διατίθενται, μορφή υποβαθμισμένης χορτολιβαδικής έκτασης, εντός της οποίας υπάρχουν διάσπαρτα άτομα αειφύλλων πλατυφύλλων. Η αραιή αυτή βλάστηση, καταλαμβάνει έκταση μικρότερη από το 15°/ο της συνολικής έκτασης και δεν είναι επαρκής για να προσδώσει δασικό χαρα­κτήρα στο επίδικο» .. Το παρεμβαίνον σωματείο προσκόμισε το από 9-11­1999 γνωμοδοτικό σημείωμα του δασολόγου Ελ. Φραγκιουδάκη, στο οποίο αναφέρεται ότι "... (ο Kaupert) τα δάση και τα βραχύκορμα θαμνώδη ή δενδρώδη δάση - βοσκοτόπους, αφού τα διαχώριζε σαφώς έναντι των γεωργικών και δενδροκομικών καλλιεργειών (...) τόνιζε ενδεικτικά τις πε­ριοχές όπου επικρατούσαν τα υψίκορμα δασικά δένδρα, τοποθετώντας (πάντα ενδεικτικά) το σύμβολο (á), που υποδήλωνε την ύπαρξη κωνοφό­ρων. Δια γραμμικής μεταφοράς της επιδίκου εκτάσεως στον χάρτη Kaupert (ενδεικτική μεταφορά με μεγάλη προσέγγιση σε απόσπασμα χάρτου KEPHISIA) διαπιστώνεται ότι η έκταση βρίσκεται στις Ανατολικές πλαγιές των υψηλοτέρων υψωμάτων των Τουρκοβουνίων με τις ενδείξεις 338,5 και 329,8 ξεκινώντας από τη ράχη σχεδόν. Παρά το ύψωμα 329,8 η επίδικη περιοχή γέρνει και Δυτικά προς την περιοχή Γαλατσίου. Μέσα στην επί­δικη περιοχή και κατάντι του υψώματος 338,5 υπάρχουν δύο ενδείξεις του συμβόλου (á), γεγονός που πιστοποιεί ότι η πλαγιά προς τα κατάντι βρέ­θηκε εκείνη την εποχή (1872) πευκόφυτος με σποραδικές δασοσυστάδες. 'Ολη η άλλη επίδικη έκταση ... έχει σκιαγραφηθεί δασική έκταση επικρα­τούσα την βλάστηση των βραχυκόρμων δενδρωδών ή θαμνωδών δασικών φυτών δια του συμβόλου (\\V//) .... εντός της επίδικης (δικαστικά) έκτασης (που σχεδόν ταυτίζεται τοπογραφικά με το τμήμα Α της κηρυχθείσης ως αναδασωτέας) βρίσκονται δύο συμβολισμοί (á) (κωνοφόρων - υψηλοκόρμων δασών) και 25 - 30 συμβολισμοί (\\\///) βραχυκόρμων δασών". Τέλος, ο παρεμβαίνων Δήμος Ψυχικού προσκόμισε την έκθεση πραγματο­γνωμοσύνης της εταιρείας ΣILVA - NATURA Ε.Π.Ε., η οποία έχει ως αντι­κείμενο εργασιών, μεταξύ άλλων, τις μελέτες δασών, περιβάλλοντος και φωτοερμηνείες από δασολόγους - περιβαλλοντολόγους. Στην έκθεση αυτή περιέχεται και φωτοερμηνεία αεροφωτογραφίας του έτους 1929 (σχέδιο : 2/3, κλίμακας 1/2000), στην οποία έχουν προσαρμοσθεί τα όρια της επίδι­κης έκτασης, και αναφέρεται, πλην άλλων, ότι: «ολόκληρη η επίδικη έκτα­ση καλύπτεται από Δασική βλάστηση αειφύλλων πλατυφύλλων, φυτοκάλυψης άνω του 40°/ο. Η μορφή της βλάστησης αυτής είναι η τυπική μορφή της φυτοκοινωνιολογικής διάπλασης των αειφύλλων πλατυφύλλων. Σε επαφή με την επίδικη έκταση και Βόρεια της έκτασης παρατηρούμε συστά­δα υψικόρμων ειδών (χαλεπίου πεύκης) επομένως και η επίδικη έκταση είναι σε οργανική και οικολογική συνέχεια με το δάσος της Χαλεπίου πεύκης. Μόνο στα ανατολικά όρια της επίδικης έκτασης παρατηρούμε να έχουν αρχίσει οι πρώτες επιφανειακές απολήψεις υλικών, οι οποίες εκτι­μάμε λόγω του άναρχου σχήματος των απολήψεων ότι ήσαν αυθαίρετες. Από τη μελέτη των αεροφωτογραφιών του 1929 προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η μελετώμενη περιοχή διέθετε δασική βλάστηση βρα­χυκόρμων ειδών που αποτελούσε οργανική συνέχεια του παρακείμενου δάσους Χαλεπίου πεύκης».

15. Επειδή, σύμφωνα με την έκθεση αντίκρουσης του δασολόγου Σ. Σίμνου, στους χάρτες Kaupert (1878 - 1879) δεν σημειώνεται καμμία ανθρώπινη δραστηριότητα (λατομεία, καμίνια) επί της επίδικης εκτάσεως. Αντίθετα από ερμηνεία αεροφωτογραφιών έτους 1939 και ειδικότερα του μεγέθους του κρατήρα του λατομείου συνάγεται, κατά τον δασολόγο Σίμνο ότι αυτό άρχισε να λειτουργεί «τουλάχιστον προ δεκαετίας» (συνεπώς περί το 1929). Περαιτέρω, σύμφωνα και με την πραγματογνωμοσύνη του Δ. Κόκκα, κατά τους χάρτες του Kaupert δεν υπάρχει εντός της επίδικης πε­ριοχής σύμβολο που δείχνει ανθρώπινη επέμβαση και με την 1018/1933 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας βεβαιώνεται ότι λατομείο της ανώνυμης εταιρείας "Λατομεία Ψυχικού" στη θέση Ψυχικό λειτουργούσε πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 587/1914, για τη λειτουργία του οποίου δεν απαιτούνταν άδεια. Επίσης, στο 73564/16-11-1933 έγγραφο του Τμή­ματος Ιδιωτικών Εκμεταλλεύσεων της Διευθύνσεως Μεταλλείων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας προς το Συμβούλιο της Επικρατείας ανα­φέρεται ότι το λατομείο προϋπήρχε του συνοικισμού Ψυχικού, καθώς και ότι το λατομείο και οι εξυπηρετικές αυτού εγκαταστάσεις λειτουργούσαν ήδη επί δεκαετία περίπου κατά την έκδοση του εγγράφου αυτού, ενώ στο 27-2336/19α/27.2.1957 έγγραφο του Υφυπουργού Εσωτερικών προς τη Βουλή των Ελλήνων αναφέρεται ότι η λατομική επιχείρηση Α.Ε. ΚΕΚΡΩΨ­-ΛΑΨΥ είχε αρχίσει να λειτουργεί προ τριακονταετίας και πλέον στο β.δ. ύψωμα του Ψυχικού. Εξάλλου, το σχέδιο του συνοικισμού Ψυχικού εγκρίθηκε με το β.δ. της 20.11/24.11.1923 (Α' 342), με τον όρο ότι η επισπεύδουσα τήν έγκριση του σχεδίου οικοδομική Εταιρεία «Κέκρωψ» θα αναλάβει υποχρεώσεις δωρεάν παραχώρησης γηπέδων που προορίζονται για κοινόχρηστους χώρους και άλλους κοινωφελείς σκοπούς, την εκτέλεση γενικής φύσεως έργων εξυπηρετικών του συνοικισμού και την ανέγερση oικοδομών σε όσους η εταιρεία θα εκποιήσει οικόπεδα του συνοικισμού. Σε εκτέλεση τού  πιό πάνω όρου με το διάταγμα της 18.11/20.11.1924 (Α292)  κυρώθηκε η σύμβαση, η οποία συνομολογήθηκε με την 21829/1924 πράξη του Συμβολαιογράφου Αθηνών Νικ. Σκούταρη μεταξύ του Δήμου Αθηναίων και της ανώνυμης οικοδομικής εταιρείας «Κέκρωψ» και με την οποία η εταιρεία ανέλαβε τις πιο πάνω υποχρεώσεις Στο συνημμένο στο πιο πάνω συμβόλαιο σχεδιάγραμμα περιέχεται η μνεία υφισταμένου λατομείου βορείως του ρυμοτομικού σχεδίου, παρακείμενη δε περιοχή, που συνορεύει με τα δύο τελευταία οικοδομικά τετράγωνα του σχεδίου, χαρακτηρίζεται ως «δάσος». Στη σύμβαση αυτή αναφέρεται μεταξύ των χώρων που προορίζονται για κοινή χρήση, για τους οποίους η εταιρεία δεν έχει απαίτηση για αποζημίωση, το νεκροταφείο «κείμενο εκτός τού οικοδομήσιμου χώρου και εις το προς βορράν όριον του κτήματος της ιδιοκτησίας της εταιρείας» και στην 3997/1923 πράξη του Δημοτικού Συμβολαίου Αθηναίων, που μνημονεύεται στο β.δ. της 20.11/24.11.1923, αναφέρεται ότι ο χώρος του νεκροταφείου, εκτάσεως 15.280 τ.μ., βρίσκεται ο εκτός του Συνοικισμού προς το βόρειον τμήμα αυτού και «εντός τού δάσους». Mε το διάταγμά της 9.12/31.12.1927(Α' 317) τροποποιήθηκε το σχέδιο του Ψυχικού και στο διάγραμμα, που συνοδεύει το διάταγμα ως παράρτημα αυτού, στό περίγραμμά της σε επαφή με το σχέδιο έκτασης τών λατομείων εταιρείας υπάρχει το συμβολικό σχήμα, το οποίο σύμφωνα με το υπόμνημα του διαγράμματος χαρακτηρίζει τα κοινόχρηστα άλση του σχεδίου.  Σε σχεδιάγραμμα του μηχανικού της εταιρείας «ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΨΥΧΙΚΟΥ Α.Ε.» της 25.2.1936, που φέρει θεώρηση του Επιθεωρητή Μεταλλείων Α' Περιφέρειας με ημερομηνία 15.5.1937, ο χώρος του λατομείου, εκτάσεως 185.696,70 τ.μ., φέρεται να συνορεύει προς βορράν, στήν προέκταση τού άξονα τής τριακοστής τρίτης οδού με κτήμα τής εταιρείας "Κέκρωψ" που φέρει τον χαρακτηρισμό "άλσος" . Εξάλλου, από υφιστάμενο στο φάκελο της Α.Ε. ΚΕΚΡΩΨ του παλαιού αρχεiου της Επιθεώρησης Μεταλλείων Νο­τίου Ελλάδος σχεδιάγραμμα του σχεδίου ρυμοτομiας του Συνοικισμού Ψυ­χικού, το οποίο φέρει θεώρηση του Επιθεωρητή Μεταλλείων Νοτίου Ελλά­δος Ανδρέα Γαλανόπουλου από 13.6.1991 και δεν προκύπτει από ποιόν υποβλήθηκε (έγρ. ΕΜΝΕ/ Φ.11.3.ΠΡ.5/2204/12.5.2004 της Επιθεώρησης Μεταλλείων Νοτίου Ελλάδος που προσκομίσθηκε εντός της χορηγηθείσας από τον Πρόεδρο του Τμήματος προθεσμίας κατά τη συζήτηση της υποθέσεως), εμφανίζεται η επίδικη έκταση να έχει την ίδια μορφή με την πα­ρακείμενη έκταση που χαρακτηρίζεται στο συνημμένο στο πιο πάνω συμβόλαια του 1924 διάγραμμα ως δάσος. Τέλος, από τα στοιχεία που αφο­ρούν τη λειτουργία του λατομείου της αιτούσας προκύπτει ότι με την 4213/ π.ε./24.8.1977 απόφαση του Επιθεωρητή Μεταλλείων Νοτίου Ελλάδος ανανεώθηκε αναδρομικώς «μέχρι 20.7.1977» η άδεια λειτουργίας 8032/ 10641/357/26.3.1969 που είχε χορηγηθεί στην Α.Ε. Ο ΚΕΚΡΩΨ.

16. Επειδή, από τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις και ειδι­κότερα από την έκθεση Σίμνου, την πραγματογνωμοσύνη Δ. Κόκκα, το 73564/16-11-1933 έγγραφο του Τμήματος Ιδιωτικών Εκμεταλλεύσεων της Διευθύνσεως Μεταλλείων του Υπουργείον Εθνικής Οικονομίας προς το Συμβούλιο της Επικρατείας και το 27-2336/19α/27.2.1957 έγγραφο του Υφυπουργού Εσωτερικών προς τη Βουλή των Ελλήνων, συνάγεται ότι λα­τομείο της ανώνυμης εταιρίας "Λατομεία Ψυχικού" στη θέση Ψυχικό προϋπήρχε του συνοικισμού Ψυχικού, του οποίου το σχέδιο εγκρίθηκε το 1923 με επίσπευση της οικοδομικής εταιρεiας «Ο ΚΕΚΡΩΨ», και λειτουρ­γούσε οπωσδήποτε πριν από το 1923 και μάλιστα, σύμφωνα με την 1018/ 1933 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 587/1914, μέχρι το 1977, αφού με την προαναφερομένη 4213/π.ε./24. 8.1977 απόφαση του Επιθεωρητή Μεταλλείων Νοτίου Ελλά­δος ανανεώθηκε αναδρομικά «μέχρι 20.7.1977» η άδεια λειτουργίας που είχε χορηγηθεί στην Α.Ε. «Ο ΚΕΚΡΩΨ». Εξάλλου, από τη συνεκτίμηση του συνόλου των στοιχείων της δικογραφίας και ιδίως εκείνων, τα οποία μνημονεύονται στις προηγούμενες σκέψεις και στα οποία περιλαμβάνονται οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που συντάχθηκαν σε εκτέλεση της πα­ραπάνω 656/2001 προδικαστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά την οποία η επίδικη έκταση, κατά την έναρξη της λειτουργίας του λατομείου είχε δασικό χαρακτήρα, ο οποίος αλλοιώθηκε προοδευτικά, βρίσκει επαρκές έρεισμα στα στοιχεία αυτά, δεν κλονίζεται δε από τα αντιθέτου περιεχομένου έγ­γραφα και εκθέσεις που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, δεδομένου ότι το συμπέρασμα της προαναφερομένης εκθέσεως (Φεβρουαρίου - Μαρτίου 1998) του δασολόγου του Δασαρχείου Πεντέλης Σ. Σίμνου, στην οποία πε­ριγράφεται αναλυτικά και τεκμηριωμένα η διαχρονική μορφή της έκτασης, δηλαδή η διαπίστωση ότι η επίδικη έκταση, όπως και παρακείμενο τμήμα 94 στρεμμάτων, το οποίο σήμερα βρίσκεται εντός σχεδίου, ήταν δάσος κωνοφόρων με υπόροφο από πλατύφυλλα δασικά είδη, δεν αποτελεί δε μεμονωμένη οικολογική ενότητα (δάσος - δασική έκταση) αλλά τμήμα ευ­ρύτερης, η οποία εξαπλώνεται σε ολόκληρα τα Τουρκοβούνια, καθώς και το συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει ο ίδιος δασολόγος στην από 6-3-­1998 εισηγητική έκθεση - πρόταση, ότι «αν ανατρέξει κανείς στο παρελθόν από δασοπονική άποψη, Θα διαπιστώσει ότι η έκταση αυτή ουδέποτε είχε άλλη μορφή εκτός εκείνης του δάσους ή της δασικής έκτασης, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις του αρ. 3 παρ. 1, 2, 3 Ν. 998/1979», επιβεβαιώνονται από άλλα στοιχεία του φακέλου και κυρίως από το σχεδιά­γραμμα του μηχανικού της εταιρείας «ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΨΥΧΙΚΟΥ Α.Ε.» της 25.2.1936, θεωρημένο από τον Επιθεωρητή Μεταλλείων Α' Περιφέρειας με ημερομηνία 15.5.1937, στο οποίο η επίδικη έκταση, η οποία χαρα­κτηρίζεται ως λατομείο, φέρεται να συνορεύει προς βορράν με κτήμα της εταιρείας «Κέκρωψ» που χαρακτηρίζεται ως «άλσος», από το β.δ. της 20.11/24.11.1923, με το οποίο εγκρίθηκε το σχέδιο του συνοικισμού Ψυχι­κού με επίσπευση της οικοδομικής εταιρείας «Ο ΚΕΚΡΩΨ», σε συνδυασμό προς το σχεδιάγραμμα, το οποίο συνοδεύει το συμβόλαιο 21829/1924 του Συμβολαιογράφου Αθηνών Νικ. Σκούταρη που συντάχθηκε για να αναλάβει η εταιρεία τις προβλεπόμενες από το πιο πάνω β.δ/γμα υποχρεώσεις της και στο οποίο ο προς βορράν της επίδικης έκτασης χώρος, πάνω από τα δύο τελευταία οικοδομικά τετράγωνα του σχεδίου αυτού, χαρακτηρίζεται ως δάσος, και από την αεροφωτογραφία του έτους 1929, που περιέχεται στο σχέδιο 2/3, κλίμακας 1/2000, το οποίο προσαρτάται στην προαναφε­ρόμενη έκθεση πραγματογνωμοσύνης της ΣILVA - NATURA Ε.Π.Ε. Τέλος, ουδεμία επίδραση ασκεί στη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως το 26016/183/27-3-1973 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή Δασών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, στο οποίο αναφέρεται ότι η ιδιοκτησία της αιτούσης εταιρείας στην περιοχή Λατομεία Ψυχικού δεν είναι δασική ούτε έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, και ότι η υπηρεσία αυτή δεν έχει αντίρ­ρηση για την τουριστική αξιοποίησή της, διότι αφενός το έγγραφο αυτό, απευθυνόμενο στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων, περιέχει τη γνώμη της πιο πάνω Διευθύνσεως ως προς τη δυνατότητα τουριστικής αξιοποιήσεως της έκτασης της Α.Ε. «ΚΕΚΡΩΨ» και δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα ως προς το χαρακτήρα της έκτασης αυτής αφού δεν εκδόθηκε στο πλαίσιο δι­αδικασίας χαρακτηρισμού της εκτάσεως (πρβλ. ΣΕ 1646/2002, 2999/1998) και αφετέρου από το περιεχόμενο του εγγράφου αυτού του έτους 1973 δεν κλονίζεται η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως, η οποία στηρίζεται σε νέα έρευνα των αρμοδίων οργάνων. Με τα δεδομένα αυτά, νομίμως και με επαρκή αιτιολογία κηρύχθηκε αναδασωτέα με την προσβαλλόμενη απόφαση η επίδικη έκταση μετά την παύση της λειτουργίας του λατομείου, εφόσον η αιτούσα δεν ττροέβη στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος του λατομικού χώρου, είναι δε απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι λόγοι ακυρώσεως ότι η επίδικη έκταση ουδέποτε είχε δασικό χαρακτήρα και ότι εν πάση περιπτώσει, δεν μπορούσε vα κηρυχθεί αναδασωτέα, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 38 παρ.1 τού Ν. 998/1979, η έκταση αυτή, εφόσον δυνάμει νομίμων αδειών λειτούργησε σε αυτή το λατομείο της αιτούσης εταιρείας, κα­θώς και ο λόγος ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως κλονίζεται από το πιο πάνω έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.

17. Επειδή, ο χαρακτηρισμός μιας εκτάσεως ως δασικής ή μη, με τις συνέπειες που επάγεται κατά το Σύνταγμα και το νόμο, είναι θέμα διοι­κητικής φύσεως, η επίλυση του οποίου απόκειται κατά το Σύνταγμα στη Διοίκηση και σε περίπτωση αμφισβητήσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Συνεπώς, οι αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων που επιλύουν αμφισβητήσεις για το ιδιοκτησιακό καθεστώς δασών ή δασικών εκτάσεων, κρίνουν με δύναμη δεδικασμένου την ύπαρξη ή μη ιδιωτικών δικαιωμάτων σε τέτοιες εκτάσεις και δεν ασκούν επιρροή στη νομιμότητα της κρίσεως των αρμοδίων οργάνων της Διοικήσεως ως προς το χαρακτήρα ορισμένης εκτάσεως ως δασικής ή μη, εκτός αν βεβαιώνουν την ύπαρξη ή μη πραγματικών περιστατικών ικανών να κλονίσουν το αιτιολογικό έρεισμα της σχετικής διοικητικής πράξεως (ΣΕ 2600/2000, 932/2002, πρβλ. ΣΕ 1272/2002). Δεδομένου δε ότι, στην προκειμένη περίπτωση, με την 5722/1997 απόφαση τού Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αναγνωρίσθηκε ότι η αιτούσα απέκτησε κυριότητα επί ευρύτερης έκτασης με νόμιμη σειρά τίτλων από δικαιοπαρόχους της, άλλως με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, δεν βεβαιώνονται όμως πραγματικά περιστατικά ικανά να κλονίσουν την αιτιολογία της κρiσεως της Διοικήσεως για το δασικό χαρακτήρα της εκτάσεως, αβασίμως προβάλλεται ότι από την πιο πάνω απόφαση προκύπτει ότι η επίδικη έκταση αποτελεί μη δασική έκταση.

18. Επειδή, αλυσιτελώς προβάλλεται ότι κατά παράβαση νόμου με την προσβαλλομένη απόφαση κηρύχθηκε αναδασωτέα η επίδικη έκταση ως δημόσια δασική έκταση, ενώ πρόκειται για ιδιωτική έκταση, διότι η υποχρέωση κηρύξεως αποψιλουμένης εκτάσεως ως αναδασωτέας δέν συναρτάται προς τον ιδιωτικό ή δημόσιο χαρακτήρα της (ΣΕ 2600/2000, 2620, 3487/2001, 113, 393/2002). Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος, διότι η αναδάσωση αποτελεί θε­μιτό περιορισμό της ιδιοκτησίας κατά συνταγματική επιταγή επιβαλλόμενο (ΣΕ 932/2002, 2669/1999). Τέλος, η προβλεπόμενη στο άρθρο 43 του ν. 998/1979 δυνατότητα κηρύξεως απαλλοτριώσεως ιδιωτικής εκτάσεως, η οποία δεν αποτελούσε κατά τον χρόνο της αναδασώσεως δάσος ή δασική έκταση, δεν έχει εφαρμογή επί περιπτώσεων αναδασώσεως λόγω κατα­στροφής της δασικής βλαστήσεως (ΣΕ 2618/2001, πρβλ. ΣΕ 1831/1992, 4658/1988), είναι δε απορριπτέοι οι σχετικοί λόγοι ακυρώσεως.

19. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της προ­στατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, εφόσον η διοίκηση με σειρά πράξεων, μεταξύ των οποίων το πιο πάνω έγγραφο 26016/183/27­3-1983 της Διευθύνσεως Δασών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας προς το Υπουργείο Δημοσίων Έργων, η 25/5/12-3-1974 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία αποδέχθηκε γνωμοδότηση του Γνω­μοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων ότι το Δημόσιο δεν έχει δι­καιώματα επί της επίδικης έκτασης, και οι άδειες επεκτάσεως κι λειτουρ­γίας του λατομείου, δημιούργησε στην αιτούσα τη δικαιολογημένη πεποί­θηση ότι η επίδικη έκταση δεν είναι δημόσια ούτε δασική. Ο λόγος είναι ατrορριπτέος ως αβάσιμος διότι η κήρυξη εκτάσεως ως αναδασωτέας, δεν επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια της, Διοικήσεως, αλλά είναι υποχρεωτική γι' αυτήν, και μάλιστα κατά συνταγματική επιταγή, αν συντρέχουν οι οριζόμενες στο Σύνταγμα και το νόμο προϋποθέσεις. (ΣΕ 1709, 2243/2000).

20. Επειδή, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέ­ψεις, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να γί­νουν δεκτές οι ασκηθείσες παρεμβάσεις.

21. Επειδή, στο άρθρο 38 του π.δ/τος 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α' 8), προβλέπεται ότι τα τυχόν λοιπά έξοδα της διαδικασίας καταψηφίζονται με την οριστική απόφαση σε βάρος του διαδίκου που νικήθηκε και ότι με την απόφαση που εκδίδεται μετά τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης το δικαστήριο εκ­καθαρίζει τη δαπάνη που πρέπει να καταβληθεί στους πραγματογνώμο­νες, τους οποίους διόρισε (ΣτΕ 1508/2003, 115/2001, 1305/2000). Σύμφω­να με τις διατάξεις αυτές και δεδομένου ότι, κατά τις προηγούμενες σκέ­ψεις, η κρινόμενη αίτηση απορρίπτεται, τα έξοδα αμοιβής των πραγματο­γνωμόνων Δημητρίου Κόκκα του Θεοδώρου, Δασολόγου - Φωτοερμηνευτή και Πέτρου Τεκίδη, Αγρονόμου και Τοπογράφου - Μηχανικού, Αντισυ­νταγματάρχη, που συνέταξαν τις πιο πάνω εκθέσεις πραγματογνωμοσύ­νης σε εκτέλεση της σχετικής προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου, πρέπει να επιδικασθούν σε βάρος της αιτούσας, καθοριζόμενα σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για καθέναν από τους πραγματογνώμονες αυτούς. Κατά τη γνώμη του Συμβούλου Αθ. Ράντου για τον πραγματογνώμονα Π. Τεκίδη πρέπει να επιδικασθεί ως αμοιβή το ποσόν των 15.000 ευρώ, σύμ­φωνα με την υποβληθείσα από αυτόν κατάσταση εξόδων.

Διά ταύτα

Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.

Δέχεται τις ασκηθείσες παρεμβάσεις.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου και

Επιβάλλει στην αιτούσα να καταβάλει : α) στο Δημόσιο το ποσό των τριακοσίων ογδόντα (380) ευρώ και σε κάθε παρεμβαίνοντα το ποσόν των πεντακοσίων τριάντα (530) ευρώ ως δικαστική δαπάνη και β) το πο­σόν των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ σε κάθε ένα από τους προαναφε­ρόμενους πραγματογνώμονες Δ. Κόκκα και Π. Τεκίδη ως αμοιβή.

Η διάσκεψη έγινε στις 8 Ιουνίου 2004 και στις 17 Μαίου 2005 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 4 Οκτωβρίου 2006. Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος Η Γραμματέας του Ε' Τμήματος

Κ. Μενουδάκος             Γ. Σακελλαρίου

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνω απόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και τα άλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί.

Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του πα­ρόντος.

Αθήνα, ...................................................          

Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος   Η Γραμματέας του ΕΤμήματος .

 

 Επιστροφή στην αρχή

Το δέντρο που κόπηκε

Ο κ. Χρίστος Κυρκιντάνος, από το Νέο Ψυχικό, γράφει για ένα δέντρο που κόπηκε:

«Τερτσέτη και Κύπρου γωνία, στο Νέο Ψυχικό, υπήρχε ένα πανέμορφο δέντρο που προκαλούσε με ανάσες ζωής, το τσιμέντο. Αυτό το δέντρο το κατοικούσανε την άνοιξη τα πουλιά. Πεντέμισι με έξι η ώρα το απόγευμα καθότανε ο κότσυφας στο απάνω κλαρί και τραγούδαγε τον Απρίλη. Είκοσι πέντε χρόνια ανελλιπώς, κάθε απόγευμα, πεντέμισι έως έξι, με το ρολόι, εξαιρουμένης της κακοκαιρίας. Για τη συλλογική μας συνείδηση, σε τέτοια δέντρα φωλιάζει η μυθολογία και δροσίζεται η ψυχή του Παπαδιαμάντη. Έτσι και στο δικό μας το δέντρο, πριν κοπεί. Γιατί ο Δήμος Νέου Ψυχικού έστειλε τους ανθρώπους του, με γερανό και πριόνια και ρίξανε μέχρι έξι μέτρα μπόι του δέντρου και τα πιο εύρωστα κλαδιά του, κομματιασμένα στην άσφαλτο. Έτσι, για γούστο. Μέρα μεσημέρι. Έχουμε καιρό και για το υπόλοιπο. Και που δεν θα ΄ρθει στο ραντεβού του ο κότσυφας φέτος, σκασίλα μας. Μα δεν βάλαμε μυαλό από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού;».

NEA 12-2-08

 Επιστροφή στην αρχή

Γλίτωσε η Αγία Φιλοθέη

Όχι σε νέο ναό δίπλα στην κρύπτη της Αγίας Φιλοθέης είπε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο κι ας διατείνονται οι κάτοικοι πως δεν χωρούν στο μικρό εκκλησάκι και πως τον χειμώνα κρυώνουν. Το ότι ο χώρος προστατεύεται από δασικές διατάξεις και πως το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρνηθεί την ανέγερση ναού επειδή έχει κηρυχθεί ο λόφος τόπος ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και κοινόχρηστος δεν φάνηκε αρκετό για να σταματήσει το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο να ζητήσει έναν νέο σταυροειδή ναό 507 τ.μ. και ύψους 12,5μ., καθώς κρίνει ακατάλληλες τις εναλλακτικές θέσεις που έχει προτείνει ο δήμος. Η Αγία Φιλοθέη όμως που γιόρταζε την Τρίτη, ημέρα συζήτησης του θέματος στο ΚΑΣ, φαίνεται πως το έκανε το θαύμα της τελικά, ώστε να μείνει αλώβητη μία από τις ομορφότερες γωνιές της Αθήνας.

http://www.tanea.gr//Article.aspx?d=20080221&nid=7551282&sn=&spid=221

 Επιστροφή στην αρχή

Σύλλογος για τη Διατήρηση της Φυσιογνωμίας της Φιλοθέης

Κεχαγιά 28, 152 37 Φιλοθέη, τηλ. και fαx 210 6850269

Τήλ: (210) 6812983-6810988/ e-mail: sfilothei@yahoo.com

www.filothei.info

Στην Ελλάδα του 2008 είναι κοινή πλέον η διαπίστωση πόσο απερίσκεπτα ανταλλάξαμε την ελεύθερη παραλία- και την ζωντάνια της γειτονικής αλάνας με την πλαστική καρέκλα της οργανωμένης πλαζ και το frappuccino της «αναβαθμισμένης» πλατείας.

Απέραντες εκτάσεις τραπεζοκαθισμάτων οικειοποιούνται κάθε σπιθαμή ελεύθερου κοινόχρηστου χώρου, καταργώντας το χώμα, το πράσινο, τα δέντρα, εις βάρος της λειτουργικότητας της πόλης και εν τέλει εις βάρος της υγείας κι’ αυτής καθαυτής της ανάσας των κατοίκων της.

Πρέπει να πληρώνουμε πλέον για να απολαύσουμε εκείνο που συνταγματικά μας ανήκει: την πλατεία, το άλσος, την παραλία.

εμάθαμε να ζούμε ελεύθερα σε ελεύθερους χώρους, καθώς οι χώροι αυτοί εκποιούνται βάσει μιας πρωτόγονης και τριτοκοσμικής αντίληψης περί «αξιοποίησης» και εκμετάλλευσης τους από τους εκάστοτε δημοτικούς «άρχοντες» που θεωρούν ότι η διαχείριση των ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων τους ανήκει δικαιωματικά.

Η Πλατεία Μαλαματιανού είναι κοινόχρηστος χώρος από το 1930.

Πριν από 7 χρόνια η Δημοτική Αρχή της Φιλοθέης εκμίσθωσε δημοτικό κατάστημα και μαζί την πλατεία σε επιχείρηση η οποία αφού έκοψε δέντρα, την περιέφραξε ολοσχερώς με αυθαίρετες κατασκευές και την μετέτρεψε σε ιδιωτικό χώρο ως εστιατόριο. Παράλληλα εναντιώθηκε στους διαμαρτυρόμενους κατοίκους με δικαστικές αγωγές.

Το προάστιο ξεσηκώθηκε και δεκάδες κάτοικοι προσέφυγαν στα Δικαστήρια. Η ηθική και οικονομική ταλαιπωρία μας δικαιώθηκε με ό τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις που κατοχύρωναν πανηγυρικό την Πλατεία Μαλαματιανού ως κοινόχρηστο χώρο.

Εκλέξαμε νέα Δημοτική Αρχή, ο επικεφαλής της οποίας ως μέλος της διοίκησης του Συλλόγου μας διερρήγνυε τα ιμάτια του και προσέφευγε στα Δικαστήρια για την σωτηρία της πλατείας.

7 χρόνια μετά, η παράνομη κατάσταση όχι μόνο δεν άλλαξε αλλά εξελίχθηκε επί τα χείρω. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν εφαρμόστηκαν, οι αυθαίρετες κατασκευές δεν γκρεμίοτηκαν παρότι κρίθηκαν ως κατεδαφιστέες από Δικαστήρια και Πολεοδομία. Πλήθος διαπιστωμένων παραβάσεων της επιχείρησης γίνονται απολύτως ανεκτές και μάλιστα υποστηρίζονται από την ίδια Δημοτική Αρχή που κέρδισε το Δήμο με σημαία τη νομιμότητα και την απελευθέρωση της πλατείας.

Αποκορύφωμα δε των συμπεριφορών της είναι πρόσφατη αχαρακτήριστη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Φιλοθέης να καταργήσει εξ ολοκλήρου την δικαστικώς αναγνωρισμένη πλατεία και να την μετατρέψει σε οικοδομήσιμο οικόπεδο εμπορικών χρήσεων !!!

Επί 7 συναπτά έτη τα αρμόδια Υπουργεία και οι Διοικητικές Υπηρεσίες διαπιστώνουν μεν εγγράφως την παράνομη κατάσταση, αφήνουν όμως ατιμώρητη τη Δημοτική Αρχή, με αποτέλεσμα αυτή να προχωρεί σήμερα ανεξέλεγκτη στην απαράδεκτη απόφαση της.

Η πρόσφατη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Φιλοθέης (177/12-12-2007) να καταργήσει ένα κοινόχρηστο χώρο μετατρέποντας τον σε εμπορικό δεν απαξιώνει απλώς τις αποφάσεις των Δικαστηρίων και δεν προσβάλει μόνον τους κατοίκους της Φιλοθέης αλλά υπό τις σημερινές συνθήκες προσβάλει όλο το Λεκανοπέδιο.

Επειδή οι ζωές των ανθρώπων είναι υπέρτερο αγαθό από τα όποια συμφέροντα, ζητάμε από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. . από τον Γ.Γ. της ΙΙεριφέρειας, από τον Νομάρχη και από κάθε άλλη αρμόδια Αργή να μην συνεργήσουν αλλά ν’ αποτρέψουν την κατάργηση της Πλατείας Μαλαματιανού.

(Ελήφθη 31-3-08)

 Επιστροφή στην αρχή